ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΤΑΦΟΣ ΚΡΗΝΩΝ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ

0


Ένα απαξιωμένο αρχαίο ταφικό μνημείο του Δήμου Βέλου–Βόχας, που χρονολογείται στο 1360–1230/1200 π.Χ.


Εικόνα 1: Η δρομική είσοδος του υπόσκαφου θαλαμοειδούς τάφου των αποκαλούμενων μυκηναϊκών χρόνων, ο οποίος ανακαλύφθηκε στην ευρύτερη περιοχή του οικισμού Κρήνες Κορινθίας το 1965.


Σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια υπάρχουν διάσπαρτες πολιτισμικές ψηφίδες από την αρχαιότητα, που παραμένουν εντελώς άγνωστες στο ευρύ κοινό, ακόμα και ανάμεσα στην ίδια την τοπική κοινωνία. Στενάζουν μέσα στην εγκατάλειψη, ίσως γιατί εκ παραδρομής θεωρήθηκαν ως άσημες και λησμονήθηκαν, ενώ συνιστούν αναπόσπαστα κομμάτια της ιστορικής κληρονομιάς της πατρίδας μας. Ένα τέτοιο απαξιωμένο μνημείο βρίσκεται μέσα σε έναν ελαιώνα, στην ευρύτερη αγροτική περιοχή νοτιοδυτικά του οικισμού των Κρηνών Κορινθίας του Δήμου Βέλου–Βόχας και συγκεκριμένα στην κτηματολογική θέση «Κορκοκίνη–Ταίρι (ή Ζάκουρα)»(1). Πρόκειται για ένα υπόσκαφο θαλαμοειδή τάφο των αποκαλούμενων μυκηναϊκών χρόνων, που έχει καταδικαστεί εκούσια στην αφάνεια.

Η προσέγγιση στη διαλαμβανόμενη τοποθεσία είναι ευχερής μέσω της επαρχιακής οδού Κρήνες–Ελληνοχώρι. Αφού διέλθει από τις διαδοχικές αερογέφυρες του προαστιακού σιδηρόδρομου και της νέας Εθνικής Οδού Κορίνθου–Πατρών (Ολυμπία Οδός), ο επίδοξος επισκέπτης συνεχίζοντας για 950 μ., θα συναντήσει μία διασταύρωση και θα ακολουθήσει το δεξιό ασφαλτόστρωτο δρομολόγιο προς τα πρώτα ανερχόμενα υψίπεδα, που σχηματίζονται κλιμακηδόν υπεράνω του κάμπου της Βόχας. Κατόπιν διανύοντας μία απόσταση 645 μ. θα φτάσει στο εξωκλήσι του Αγίου Γεωργίου, από όπου προχωρώντας για άλλα 230 μ. θα αντικρίσει την ομαλή βορειοανατολική πλευρά του γήλοφου με τον επιζητούμενο ελαιώνα και εισερχόμενος σε αυτόν θα μπορέσει άνετα να διακρίνει το επίμηκες άνοιγμα της δρομικής εισόδου του μυκηναϊκού τάφου(2).
 



Εικόνα 2: Δορυφορική αποτύπωση της ευρύτερης περιοχής Βέλου–Κρηνών, όπου με κόκκινη διακεκομμένη γραμμή καταδεικνύεται το δρομολόγιο προς την κτηματολογική θέση «Κορκοκίνη–Ταίρι». (1): Μυκηναϊκός τάφος, (2): Εξωκλήσι του Αγίου Γεωργίου, (3): Εντοπισμένος προϊστορικός οικισμός στη θέση «Λιθαράκια». Με μπλε συνεχόμενη γραμμή επισημαίνεται η παλαιά ΕΟ Κορίνθου–Πατρών.


Το μνημείο αποκαλύφθηκε τυχαία τον Ιούλιο του 1965 κατά τη διάρκεια βαθιάς άροσης του αγροτεμαχίου για τη φύτευση ελαιόδεντρων, όταν το γεωργικό μηχάνημα προκάλεσε την υποχώρηση τμήματος της οροφής του υπόσκαφου θαλάμου, δημιουργώντας μία ευρεία οπή. Δυστυχώς το γεγονός δεν κοινοποιήθηκε απευθείας στην αρμόδια αρχαιολογική υπηρεσία, με συνέπεια ο τάφος να συληθεί αμέσως από αρχαιοκάπηλους, οι οποίοι εισήλθαν στο εσωτερικό του και εκτός από την παράνομη διαρπαγή των κτερισμάτων, κατέστρεψαν με αξίνες κυρίως τμήμα του δεξιού τοιχώματός του και διασκόρπισαν τους λίθους (ξερολιθιά) που έκλειναν το στόμιο της εισόδου. Η επίσημη γνωστοποίηση του εντοπισμού του έγινε έμμεσα από μία φοιτήτρια, συγγενή του κατόχου του κτήματος(3), η οποία παρέδωσε δύο ψευδόστομους αμφορείς χρονικά εκτιμώμενους στην Υστεροελλαδική ΙΙΙΒ περίοδο (1300–1230/1200 π.Χ.) και ένα σφονδύλιο, ευρήματα προερχόμενα από τις Κρήνες, στον καθηγητή αρχαιολογίας Σπυρίδωνα Μαρινάτο (1901–1974), τότε πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο τελευταίος υπέδειξε το σημείο ενδιαφέροντος στον αρχαιολόγο Σεραφείμ Χαριτωνίδη (1923–1966), που πραγματοποίησε σωστική ανασκαφή το 1966, λίγο πριν αποβιώσει, ξεκινώντας από τον επιχωματωμένο δρόμο της εισόδου στο ταφικό διαμέρισμα, ενώ οι σχετικές σημειώσεις του ημερολογίου του δημοσιεύτηκαν δύο χρόνια αργότερα. Έκτοτε, δεν διενεργήθηκε καμία άλλη στοχευμένη ανασκαφική εργασία στον χώρο, πλην μίας περιστασιακής επισκόπησής του από τον καθηγητή αρχαιολογίας Γιάννη Λώλο, στα πλαίσια της επιφανειακής έρευνας του στην γεωγραφική περιφέρεια της Σικυώνας και της σχολαστικής καταγραφής των αρχαίων θέσεων, κατά τα χρονικά διαστήματα 1996–1998 και 2000–2002.
 



Εικόνα 3: Άποψη του διασωζόμενου δρόμου του μυκηναϊκού τάφου από τα νοτιοδυτικά, ο οποίος σήμερα καλύπτεται περίπου μέχρι το μέσο του ανοίγματός του από επιχωματώσεις και υπολείμματα καύσης κλαδιών.


Ο μυκηναϊκός τάφος είναι κατασκευασμένος εξ’ ολοκλήρου στο μαλακό αργιλικό εδαφικό υπόστρωμα, με προσανατολισμό βορειοανατολικά–νοτιοδυτικά. Διασώζεται άθικτος ο χαρακτηριστικός μνημειακός δρόμος του, έχοντας μήκος 7,40 μ. και κυμαινόμενο πλάτος από 0,70 μ. στην αρχή έως 1,35 μ. προς το τέλος του. Επίσης, παρουσιάζει κατωφερή κλίση 3,30 μ. από την επιφάνεια του εδάφους προς την είσοδο του υπόγειου θαλάμου, ενώ και τα πλευρικά τοιχώματά του συγκλίνουν έντονα προς τα μέσα βαίνοντας καθ’ ύψος.
 



Εικόνα 4: Κάτοψη του θαλαμοειδούς τάφου των Κρηνών Κορινθίας (Πηγή σχεδίου: σύγγραμμα βιβλιογραφίας α/α 2, σελίδα 163, σχεδιάγραμμα 1).


Ο δρόμος καταλήγει στο στόμιο εισόδου, το οποίο εμφανίζει πεταλοειδή διαμόρφωση, χωρίς να υφίσταται πλέον η ξερολιθιά που το έφρασσε, διαθέτοντας εύρος 0,65 μ. και ύψος 1,20 μ., με το βάθος του να εκτείνεται κατά 1,20 μ. Ο μάλλον ευρύχωρος ταφικός θάλαμος έχει σχήμα πεπλατυσμένου νεφρού, προσιδιάζοντας στο ωοειδές, με οριζόντιες διαστάσεις 4,75 Χ 2,50 μ. και μέγιστο ύψος έως τα 3 μ. Ωστόσο το εσωτερικό του δεν είναι επιμελώς λαξευμένο, ενώ σε μερικά σημεία των τοιχωμάτων του φαίνονται τα ίχνη από τα σκαπτικά εργαλεία των αρχαίων εργατών.
 



Εικόνα 5: Το πεταλοειδές στόμιο εισόδου στον υπόσκαφο ταφικό θάλαμο, το οποίο στην αρχαιότητα φρασσόταν με ξερολιθιά.


Κατά την ανασκαφική έρευνα, ο Χαριτωνίδης εντόπισε επί του επίπεδου δαπέδου τρία επιμήκη ορύγματα, διατεταγμένα περιμετρικά παρά τα τοιχώματα, που έφεραν πώρινες καλυπτήριες πλάκες και είχαν χρησιμοποιηθεί για αντίστοιχους ενταφιασμούς. Εξ’ αυτών το δεξιό ήταν πλήρως συλημένο και το μεσαίο μερικώς διαταραγμένο από τους τυμβωρύχους. Μόνο το αριστερό ταφικό όρυγμα ήταν αδιατάραχτο, εντός του οποίου βρέθηκε ένας ψευδόστομος αμφορέας μικρού μεγέθους, αναγόμενος από τον ανασκαφέα στην Υστεροελλαδική ΙΙΙΒ περίοδο (1300–1230/1200 π.Χ.), μία ψήφος από υαλομάζα και ένα σφονδύλιο από στεατίτη. Έτερος μικρός ψευδόστομος αμφορέας ανακαλύφθηκε κοντά στο δεξιά όρυγμα, ενώ ενδεχομένως από το μεσαίο αποκομίστηκαν μία ψήφος από υαλομάζα, ένα σφονδύλιο και ένα χάλκινο εξάρτημα, που πιθανώς ανήκε σε κάποιο κόσμημα. Επιπλέον, από το χωμάτινο πάτωμα ανασύρθηκαν έντεκα σφονδύλια από στεατίτη, μία ψήφος από υαλομάζα, δύο μικρά χάλκινα ελάσματα, ένα θραύσμα χάλκινης περόνης και ένας σφραγιδόλιθος από χρυσίζουσα υαλομάζα. Αξίζει να σημειωθεί ότι παραδόξως δεν υπήρχαν στα ορύγματα ανθρώπινα οστά, έτσι ώστε να δύναται να συσχετιστούν με αυτά τα αναθηματικά κτερίσματα και να εξαχθούν στοιχειώδη συμπεράσματα για το είδος των ενταφιασμών. Ο δε δρόμος του μνημείου δεν παρουσίαζε ενδείξεις ταφικής χρήσης ή κάποιας σύγχρονης λαθρανασκαφής και στις επιχωματώσεις του περιέχονταν λιγοστά όστρακα κυρίως από κύλικες, που κατατάχθηκαν στην Υστεροελλαδική ΙΙΙΑ2–ΙΙΙΒ περίοδο (π. 1360–1230/1200 π.Χ.), ένα χρονολογικό φάσμα το οποίο αποδέχονται οι νεότεροι μελετητές, εντάσσοντας σε αυτό άπαντα τα ευρήματα των Κρηνών με βάση τη συγκριτική τεχνοτροπία της διακόσμησής τους.
 



Εικόνα 6: Άποψη του εσωτερικού του υπόσκαφου ταφικού θαλάμου, στα τοιχώματα του οποίου διακρίνονται ίχνη από τα σκαπτικά εργαλεία των αρχαίων εργατών.


Από τα ανακαλυφθέντα αντικείμενα του θαλαμοειδούς τάφου, έχει δημοσιευτεί μόνο ο ένας ψευδόστομος αμφορέας, εκ των δύο που είχαν παραδοθεί στον πρύτανη Σπυρίδωνα Μαρινάτο και ο οποίος βρίσκεται στη συλλογή αγγείων του Μουσείου Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, καταχωρημένος με αριθμό ευρετηρίου Π.Μ. 2694. Ο έτερος είναι εγγεγραμμένος στο βιβλίο εισαγωγής του εν λόγω ιδρύματος ως «όστρακα» και πιθανότατα παραμένει αποθηκευμένος σε αποσπασματική κατάσταση. Τα υπόλοιπα κτερίσματα πρέπει να φυλάσσονται με μέριμνα της υπεύθυνης εφορείας αρχαιοτήτων.
 



Εικόνα 7: Τομή του θαλαμοειδούς τάφου των Κρηνών στο μέσο έναντι της εισόδου. Επισημαίνονται οι θέσεις του αριστερού (Α) και του δεξιού (Δ) επιμήκους ορύγματος για ενταφιασμούς (Πηγή σχεδίου: σύγγραμμα βιβλιογραφίας α/α 2, σελίδα 164, σχεδιάγραμμα 3).


Ο δημοσιευμένος ψευδόστομος αμφορέας είναι συγκολλημένος και του λείπει ένα μικρό κομμάτι του καμπύλου ώμου. Έχει ύψος μόλις 8,2 εκ. και διάμετρο βάσης 4,9 εκ., ενώ πλάστηκε από καστανοκόκκινο πηλό με ομοιόχρωμο επίχρισμα και πορτοκαλόχρωμη έως ερυθρή βαφή. Διαθέτει πιεσμένο σφαιρικό σώμα και δύο ταινιόσχημες κάθετες λαβές, που ξεκινούν ψηλά από τον ώμο και ενώνονται με τον επίπεδο δίσκο του ψευδοστομίου, στη βάση του οποίου διαγράφεται πλαστικός δακτύλιος. Η προχοή (στόμιο) και το ψευδοστόμιο έχουν κοίλη διαμόρφωση, με την πρώτη να καταλήγει σε αποστρογγυλεμένο χείλος. Η δε πολύ χαμηλή βάση του είναι δακτυλιόσχημη.
 



Εικόνα 8: Ο ψευδόστομος αμφορέας από τον μυκηναϊκό τάφο των κρηνών, ο οποίος ανήκει στη συλλογή αγγείων του Μουσείου Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (Πηγή φωτογραφίας: σύγγραμμα βιβλιογραφίας α/α 5, εικόνα 94:2α).


Το σώμα του μικρού αγγείου φέρει ταινιωτή ζωγραφική διακόσμηση, που στο ανώτερο τμήμα του συνίσταται από διαδοχικές περιφερειακές λεπτές γραμμές, πλαισιωμένες από μονές πλατιές λωρίδες, ενώ κάτω από το μέσο του ιχνογραφείται μία δεύτερη συστοιχία λεπτών γραμμών. Στη ζώνη του ώμου έχουν φιλοτεχνηθεί πέντε ομάδες από επάλληλα τόξα, σχηματίζοντας άνθη τύπου «παπύρου» με στικτά τα πλαϊνά περιγράμματα. Η βάση της προχοής περιβάλλεται από πλατύ δακτύλιο και το χείλος της καλύπτεται εξωτερικά από λεπτή ταινία. Ανάλογος δακτύλιος διακρίνεται και στη βάση του ψευδοστομίου, που στον δίσκο του εμφανίζονται ομόκεντροι κύκλοι με εσωτερικό οφθαλμό. Οι λαβές είναι ολόβαφες με τριγωνική διχαλωτή απόληξη (εξηρημένο τρίγωνο) στην κορυφή τους. Βαμμένη είναι και η βάση του αμφορέα δίνοντας την εντύπωση περιζώματος.
 



Εικόνα 9: Το πάνω μέρος του ψευδόστομου αμφορέα από τον μυκηναϊκό τάφο των Κρηνών. Διακρίνεται η διακόσμηση της ζώνης του ώμου από πέντε ομάδες επάλληλών τόξων και του δίσκου του ψευδοστομίου από ομόκεντρους κύκλους (Πηγή φωτογραφίας: σύγγραμμα βιβλιογραφίας α/α 5, εικόνα 94:2β).


Η παρουσία του μυκηναϊκού τάφου των Κρηνών ενδεχομένως να συνδέεται άμεσα με τον σημαντικό προϊστορικό οικισμό, ο οποίος εντοπίστηκε στην τοποθεσία «Λιθαράκια» στα 1.500 μ. βορειοανατολικότερα και σύμφωνα με τα αρχαιολογικά δεδομένα διαπιστώνεται ότι κατοικείτο την Υστεροελλαδική εποχή (1600–1100 π.Χ.)(4). Μάλιστα έχει εκφραστεί η άποψη πως ίσως να μην πρόκειται για ένα μεμονωμένο ταφικό μνημείο, αλλά να αποτελεί μέρος ενός εκτεταμένου νεκροταφείου των μυκηναϊκών χρόνων. Όμως αυτή η εκδοχή δεν επιβεβαιώνεται από τη διεξαχθείσα επιφανειακή έρευνα του Γιάννη Λώλου, ενώ από τη συστηματική καλλιέργεια και την περιοδική άροση των περιβαλλόντων παραγωγικών κτημάτων, δεν προέκυψε κάποιο ανάλογο εύρημα, ούτε ήρθε στην επιφάνεια αρχαία κεραμική.
 



Εικόνα 10: Άποψη της πρόσοψης του μυκηναϊκού τάφου των Κρηνών, ο οποίος σήμερα είναι εντελώς απαξιωμένος.


Σήμερα το αρχαίο μνημείο στη θέση «Κορκοκίνη–Ταίρι» Κρηνών Κορινθίας είναι εντελώς απαξιωμένο και διατηρείται σε μάλλον κακή κατάσταση, αλλά όχι μη αναστρέψιμη. Λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι ο μοναδικός θαλαμοειδής τάφος στην περιοχή του Δήμου Βέλου–Βόχας εκτιμάται ότι είναι επιβεβλημένη η διάσωση και ανάδειξή του ως ιδιαίτερο μυκηναϊκό αξιοθέατο, παράλληλα με μία συμπληρωματική ανασκαφική διερεύνηση, η οποία ίσως να παρείχε περισσότερες πληροφορίες για το ιστορικό του. Πάντως σε πρώτη φάση είναι αναγκαίος ο καθαρισμός της δρομικής εισόδου και του υπόσκαφου ταφικού διαμερίσματος από τις επιχωματώσεις και τα απορρίμματα, προκειμένου να είναι εφικτή η πρόσβαση στο εσωτερικό του και να καταστεί ένας επισκέψιμος αρχαιολογικός χώρος, ενώ στην προβολή του θα συνέβαλε η τοποθέτηση κατευθυντήριων και πληροφοριακών πινακίδων. Αυτές οι απλές ενέργειες μπορούν να πραγματοποιηθούν με το ελάχιστο δυνατό κόστος, κατόπιν πρωτοβουλίας της τοπικής αυτοδιοίκησης σε συνεργασία με την οικεία Εφορεία Αρχαιοτήτων Κορινθίας και τον ιδιοκτήτη του ελαιώνα, χωρίς απαραίτητα να μεταβληθεί η αγροτική χρήση του κτήματος.
 



Εικόνα 11: Το άνοιγμα της δρομικής εισόδου του θαλαμοειδούς τάφου, όπως εντοπίζεται στον ελαιώνα στη θέση «Κορκοκίνη–Ταίρι» Κρηνών Κορινθίας.


Κείμενο – Φωτογραφίες
 
Γεώργιος Λόης
Συνταγματάρχης (ΤΘ) ε. α.
Γεώργιος Λόης/Facebook.com
e-mail: georgioslois1969@gmail.com
28 Απριλίου 2023


Επεξηγηματικές Σημειώσεις – Παραπομπές

1. Οι γεωγραφικές συντεταγμένες (GPS) της θέσης είναι 388128/4200808, με τις οποίες εντοπίζεται στην εφαρμογή των επίσημων κτηματολογικών χαρτών https://maps.gov.gr, όπου επισημαίνεται και το πρώτο τοπωνύμιο, το οποίο σε διάφορες πηγές καταγράφεται και ως «Κροκοκίνη ή Κροκκοκίνη». Η δε παλαιά ονομασία των Κρηνών ήταν «Μπραΐμπεη».

2 Ενδεικτικά, το ταφικό μνημείο απέχει 3,4 χλμ. οδικώς νοτιοδυτικά των Κρηνών και 2,3 χλμ. βορειοανατολικά του Ελληνοχωρίου μέσω αγροτικού δρόμου. Το υψόμετρο του ελαιόφυτου λοφίσκου είναι 178 μ.

3. Τα ονόματα του ιδιοκτήτη και της συγγενούς του παρατίθενται στα συγγράμματα της βιβλιογραφίας, αλλά κρίθηκε σκόπιμο να μην αναφερθούν στο παρόν άρθρο για λόγους διακριτικότητας.

4. Σύμφωνα με την υφιστάμενη διάσπαρτη κεραμική, διαπιστώνεται ότι στην τοποθεσία «Λιθαράκια» υπήρχε οικισμός κατά τη Μέση Νεολιθική εποχή (5600–5300 π.Χ.), την Πρωτοελλαδική ΙΙ περίοδο (2600–2300 π.Χ.), την ύστερη Μεσοελλαδική περίοδο (1700–1600 π. Χ.), την Υστεροελλαδική εποχή (1600–1100 π.Χ.), και την Πρωτοκορινθιακή περίοδο (720–630 π.Χ.).


Ενδεικτική Βιβλιογραφία

1. «Κρήναι», Σεραφείμ Χαριτωνίδης, Αρχαιολογικό Δελτίο, τόμος 21 (1966), μέρος Β1–Χρονικά σελίδες 123–124, Γενική Διεύθυνσις Αρχαιοτήτων και Αναστηλώσεως, Αθήναι, 1968.

2. «Ανασκαφή Θαλαμοειδούς Τάφου εις Κρήνας», Καλλιόπη Κρυστάλλη, Αρχαιολογικό Δελτίο, τόμος 22 (1967), μέρος Β1–Χρονικά σελίδες 163–164, Γενική Διεύθυνσις Αρχαιοτήτων και Αναστηλώσεως, Αθήναι, 1968.

3. «Συλλογή Αγγείων του Πανεπιστημίου Αθηνών», Κωνσταντίνα Κόκκου–Βυριδή, Αρχαιολογική Εφημερίς 1980, Αρχαιολογικά Χρονικά, σελίδες 41–42, πίνακας ΚΑ, εικόνα 37, Περιοδικόν της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, εν Αθήναις, 1982.

4. «Land of Sicyon: Archaeology and history of a Greek city-state», Lolos Yannis, Hesperia Suppl. 39, pages 427–428 (appendix I, ΗS–15), American School of Classical Studies at Athens, 2011, Athens.

5. «Μυκηναϊκή Κορινθία», Κωνσταντίνος Π. Θεοδωρίδης, διδακτορική διατριβή, τόμος Α’, σελίδες 251–255, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα Ιστορίας–Αρχαιολογίας, Ιωάννινα, 2014.


Επιπρόσθετο Φωτογραφικό Υλικό




Εικόνα 12: Ο μυκηναϊκός υπόσκαφος τάφος των Κρηνών Κορινθίας επιβάλλεται να αναδειχθεί ως τοπικό αρχαιολογικό αξιοθέατο του Δήμου Βέλου–Βόχας.




Εικόνα 13: Το στόμιο εισόδου στον ταφικό θάλαμο είναι μερικώς κλεισμένο από επιχωματώσεις, με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτή η ευχερής πρόσβαση στο εσωτερικό του.




Εικόνα 14: Κάτοψη και τομή το δρόμου, καθώς και όψη της εισόδου του ταφικού μνημείου (Πηγή σχεδίου: σύγγραμμα βιβλιογραφίας α/α 2, σελίδα 164, σχεδιάγραμμα 2).




Εικόνα 15: Άποψη του εσωτερικού του υπόσκαφου ταφικού θαλάμου.




Εικόνα 16: Ο μικρός ψευδόστομος αμφορέας από τον μυκηναϊκό τάφο των Κρηνών, ο οποίος αποτελεί το μοναδικό δημοσιευμένο αντικείμενο από τα ευρεθέντα κτερίσματα. (Πηγή φωτογραφίας: σύγγραμμα βιβλιογραφίας α/α 3, Πίνακας ΚΑ, εικόνα 37).
Δημοσίευση: Απριλίου 28, 2023

0 Σχόλια για την ανάρτηση: "ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΤΑΦΟΣ ΚΡΗΝΩΝ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ"

Όποιος πιστεύει ότι θίγεται από κάποια ανάρτηση ή θέλει να απαντήσει αρκεί ένα απλό mail στο parakato.blog@gmail.com να μας στείλει την άποψή του για δημοσίευση ή επανόρθωση. Οι αναρτήσεις αφορούν αποκλειστικά πρόσωπα και καταστάσεις με δημόσιο χαρακτήρα και δεν αναφέρονται στην προσωπική ζωή κανενός που σεβόμαστε απολύτως. Δεν έχουμε προηγούμενα με κανέναν, δεν κρατάμε επόμενα για κανέναν.

Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.

Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.

 
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ Copyright © 2010 | ΟΡΟΙ ΧΡΗΣΗΣ | ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ | Converted by: Parakato administrator