ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΑΤΡΑ ΚΑΙ ΣΤΑΔΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ (ΜΕΡΟΣ Β’)

0


Το αρχαίο θέατρο της Ισθμίας και τα αρχαία στάδια της Ισθμίας και της Νεμέας: Όταν στους ιερούς τόπους διεξάγονταν Πανελλήνιοι αθλητικοί αγώνες.


Εικόνα 1: Ο αποκατεστημένος στίβος του σταδίου των Ελληνιστικών χρόνων στην αρχαία Νεμέα, στην οποία τελούνταν τα Νέμεα, ένας από τους τέσσερις Πανελλήνιους αθλητικούς αγώνες της αρχαιότητας.


Στο προηγούμενο μέρος του «οδοιπορικού» μας στις αρχαίες θεατρικές και αθλητικές εγκαταστάσεις του σημερινού νομού Κορινθίας, έγινε μία παρουσίαση του θεάτρου, του Ρωμαϊκού ωδείου και του αμφιθεάτρου μονομαχιών της πόλης της αρχαίας Κορίνθου. Στην συνέχεια θα μεταβούμε σε δύο από τους σημαντικότερους λατρευτικούς τόπους του αρχαιοελληνικού κόσμου, στην Ισθμία και στην Νεμέα, όπου διεξάγονταν Πανελλήνιοι αθλητικοί αγώνες και θα προσπαθήσουμε να εντρυφήσουμε κάπως στο πνεύμα της ευγενούς άμιλλας, το οποίο χαρακτήριζε τους αρχαίους προγόνους μας μέσα από την γνωριμία των μνημείων.

Πρώτα θα ασχοληθούμε με το ιερό του Ποσειδώνα στην αρχαία Ισθμία, καθόσον εδώ εντοπίζονται και οι δύο κτιριακές εγκαταστάσεις του ενδιαφέροντος μας, δηλαδή θέατρο και στάδιο. Από τα αρχαιολογικά ευρήματα εξάγεται ότι η αρχική τελετουργική χρήση του χώρου χρονολογείται στην Πρωτογεωμετρική περίοδο (τέλη 11ου – αρχές 10ου αιώνα π. Χ.), ενώ μεταξύ του 690 και 650 π. Χ. θεμελιώνεται ο αρχαϊκός ναός του θεού Ποσειδώνα, που θεωρείται σαν ένας από τους παλαιότερους Δωρικούς ναούς, με διαμορφωμένα πλήρως τα κύρια αρχιτεκτονικά στοιχεία του. Σταδιακά το ιερό της Ισθμίας συνδέθηκε στενά και με την θρησκευτική παράδοση του παιδιού – ήρωα Μελικέρτη – Παλαίμονα. Σύμφωνα με τον αρχέγονο μύθο, όταν αυτός και η μητέρα του Ινώ – Λευκοθέα(1) έπεσαν από ένα βράχο στον Σαρωνικό κόλπο, ένα δελφίνι μετέφερε το νεκρό παιδί στην ακτή της Ισθμίας και το απόθεσε κάτω από ένα πεύκο. Εκεί το βρήκε και το ενταφίασε ο Σίσυφος, ο ιδρυτής και βασιλιάς της Εφύρας (Κορίνθου), ο οποίος και καθιέρωσε τους επιμνημόσυνους αγώνες των Ισθμίων προς τιμήν του. Ο δε μικρός Παλαίμονας με το δελφίνι λατρεύονταν ως ο προστάτης θεός των ναυτικών, που τους προφύλασσε από τα ναυάγια. Ωστόσο, όπως θα δούμε παρακάτω, στην πραγματικότητα οι Ισθμιακοί αγώνες διοργανώνονταν μόλις από τις αρχές του 6ου αιώνα π. Χ., αφιερωμένοι στον θεό Ποσειδώνα και σταδιακά στο πρόγραμμα τους συμπεριλήφθηκαν και μουσικοί διαγωνισμοί. Αυτές οι καλλιτεχνικές εκδηλώσεις διενεργούνταν στο θέατρο του ιερού του Ποσειδώνος, με το οποίο θα ξεκινήσουμε την περιγραφή των διαλαμβανόμενων μνημείων, προκειμένου μετέπειτα να συσχετίσουμε ξεχωριστά τα στάδια της Ισθμίας και της Νεμέας με τους αντίστοιχους Πανελλήνιους αθλητικούς αγώνες.


Εικόνα 2: Άποψη των καταλοίπων του θεάτρου της αρχαίας Ισθμίας, όπου διενεργούνταν μουσικοί διαγωνισμοί στο πλαίσιο του προγράμματος των Πανελλήνιων αγώνων των Ισθμίων.


Η θεατρική εγκατάσταση του ιερού κατασκευάστηκε στο πρανές μίας ρηχής χαράδρωσης, στα βορειοανατολικά του ναού του Ποσειδώνα και σε απόσταση περίπου 50 μέτρων από το πλάτωμα του. Κατά την αρχική οικοδομική φάση του, που ανάγεται στην Κλασσική εποχή και στο β’ μισό του 5ου αιώνα π. Χ., είχε δημιουργηθεί ένα πρωτότυπο τρίπλευρο κοίλο με εκσκαφή στην επικλινή παρειά, όπου μάλλον τοποθετούνταν αποσπώμενα ξύλινα έδρανα ως εδώλια για τους θεατές, ενώ η τέταρτη πλευρά έκλεινε με μία επίσης ξύλινη εξέδρα, η οποία υπείχε την θέση του σκηνικού οικοδομήματος. Μεταξύ αυτών των αρχιτεκτονικών στοιχείων σχηματίζονταν μία ιδιότυπη τετράγωνη ορχήστρα διαστάσεων 14 Χ 11 μέτρων, το δάπεδο της οποίας διαγράφονταν αρκετά πιο κάτω από το τέλος της φυσικής κλίσης, έτσι ώστε να γίνει πλήρης εκμετάλλευση του πρανούς για σειρές καθισμάτων. Πάντως, ακόμα και σε αυτή την πρώιμη φάση, το θέατρο διέθετε σύστημα απαγωγής των όμβριων υδάτων από το μέρος της ορχήστρας, όπως φανερώνεται από την πορεία ενός υπόγειου αγωγού, που ακολουθούσε την διάταξη των πρώτων εδωλίων. Την ίδια περίοδο με την κατασκευή της εγκατάστασης, λίγα μέτρα πάνω από το τρίπλευρο κοίλο, διανοίχτηκαν δύο διπλανά τεχνητά σπήλαια έχοντας από ένα κύριο θάλαμο έκαστο. Στο εσωτερικό τους λαξεύτηκαν κλίνες περιμετρικά των τοιχωμάτων και στον ένα από αυτούς διατηρείται μία τράπεζα, ενώ ανευρέθηκαν μεγάλες ποσότητες από μαγειρικά σκεύη και δοχεία φαγητού, καθώς μπροστά από την κάθε υπόσκαφη αίθουσα διαμορφώνονταν μία αυλή με μαγειρείο και υπήρχαν εκεί επιπλέον κλίνες. Αυτές οι σπηλαιώσεις δεν φαίνεται να συνδέονται με θεατρικά δρώμενα και τους αποδίδεται μία θρησκευτική ιδιοσυγκρασία, καθώς εκτιμάται ότι στους θαλάμους τους παρατίθονταν λατρευτικά δείπνα προς τιμήν μίας αδιευκρίνιστης χθόνιας θεότητας(2).


Εικόνα 3: Σχεδιάγραμμα του ιερού της Ισθμίας κατά το β’ μισό του 5ου αιώνα π. Χ.. Διακρίνεται η διαμόρφωση του πρώιμου θεάτρου με το τρίπλευρο κοίλο, καθώς και του αρχικού σταδίου σε άμεση γειτνίαση με τον ναό του Ποσειδώνος. (Πηγή σχεδίου: πληροφοριακή πινακίδα του Αρχαιολογικού Μουσείου Ισθμίας).


Μεταγενέστερα, το θέατρο της Ισθμίας θα ανακατασκευαστεί μεταξύ του 390 και 350 π. Χ.. Σε αυτή την δεύτερη οικοδομική φάση, το κοίλο διευρύνθηκε σε ένα ανάπτυγμα 33,50 μέτρων και απέκτησε καμπυλωτό σχήμα με μόλις οκτώ σειρές εδωλίων, ενώ η διάμετρος της ημικυκλικής πλέον ορχήστρας του ανέρχονταν στα 13,80 μέτρα. Η δε χωρητικότητα του υπολογίζεται περίπου σε 500 θεατές. Επίσης, διασκευάστηκε και η σκηνή με την προσθήκη προσκηνίου, το οποίο έφερε έντεκα ανοίγματα ανάμεσα στους πεσσούς στήριξης, που έκλειναν με περιστρεφόμενες θύρες. Ολόκληρο το σκηνικό πήγμα ήταν ξύλινο και λυόμενο, για να μπορεί αποσυναρμολογείται στα μεσοδιαστήματα των εορταστικών περιόδων. Κατά πάσα πιθανότητα το μικρό θέατρο της Ισθμίας αδρανοποιήθηκε, μετά την καταστροφή της Κορίνθου από τις Ρωμαϊκές λεγεώνες του ύπατου Λεύκιου Μόμμιου στα 146 π. Χ., όταν η διεξαγωγή των Ισθμιακών αγώνων, αθλητικών και μουσικών, αναλήφθηκε από την Σικυώνα, λόγω της ολοσχερούς ερήμωσης της εποπτεύουσας πόλης.


Εικόνα 4: Αεροφωτογραφία της τοποθεσίας του αρχαίου θεάτρου. Το αρχικό τρίπλευρο κοίλο διασκευάστηκε μεταξύ του 390 και 350 μ. Χ. και απέκτησε καμπυλωτό σχήμα με οκτώ σειρές εδωλίων, ενώ κατά την Ρωμαϊκή περίοδο και περί τον 1ο αιώνα π. Χ. επεκτάθηκε περαιτέρω σε μία καμπύλη 214 μοιρών. (Πηγή φωτογραφίας: σύγγραμμα βιβλιογραφίας α/α 1, σελίδα 22).


Περίπου έναν αιώνα αργότερα, το 44 π. Χ., ο Ρωμαίος δικτάτορας Ιούλιος Καίσαρας (100 – 44 π. Χ.) λίγο πριν δολοφονηθεί, αποφασίζει να επανιδρύσει την Κόρινθο ως Ρωμαϊκή αποικία. Αυτό ήταν ένα γεγονός κομβικής σημασίας και για την Ισμθία, επειδή φαίνεται ότι εντάχθηκε σε ένα κοινό πρόγραμμα ανοικοδόμησης και το ιερό του Ποσειδώνος, το οποίο ανακαινίζεται στα τέλη του 1ου αιώνα π. Χ., ανακτώντας και πάλι την χαμένη ακτινοβολία του, που επισφραγίζεται με την επιστροφή των αγώνων. Τότε επεκτάθηκε το κοίλο καταλήγοντας σε ένα εύρος 72 μέτρων (καμπύλη 214 μοιρών) και ανεβάζοντας την χωρητικότητα του ενδεχομένως και στα 3.500 άτομα κατ’ εκτίμηση, ενώ και η διάμετρος της ορχήστρας αυξήθηκε στα 17,60 μέτρα. Έπειτα από μερικές δεκαετίες, η σκηνή του θεάτρου παγιοποιείται σε ένα εντελώς κτιστό οικοδόμημα, προσλαμβάνοντας μία πιο μόνιμη φυσιογνωμία. Αυτή η τέταρτη και τελευταία κατασκευαστική φάση, ίσως να έγινε εν όψει της επισκέψεως του Ρωμαίου αυτοκράτορα Νέρωνα (54 – 68 μ. Χ.), που συμμετείχε στους Ισθμιακούς αγώνες του 67 μ. Χ., λαμβάνοντας μέρος στους μουσικούς διαγωνισμούς και ο οποίος αναδείχθηκε νικητής «τιμής ένεκεν» σε όσες κατηγορίες είχε επιλέξει(3). Αξιοσημείωτο είναι ότι τον 2ο αιώνα μ. Χ. σχεδιάστηκε μία περαιτέρω διεύρυνση του κοίλου, που θα έφθανε έως την ακρώρεια της ρεματιάς, αλλά το φιλόδοξο έργο σταμάτησε στις θεμελιώσεις και δε περατώθηκε ποτέ.


Εικόνα 5: Άποψη των καταλοίπων του σκηνικού οικοδομήματος. Μπροστά από την πρόσοψη της σκηνής διακρίνεται το περίγραμμα του μακρόστενου προσκηνίου, οριζόντιων διαστάσεων 16 Χ 2,34 μέτρα.


Στην τελική της μορφή κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους, η θεατρική εγκατάσταση της Ισθμίας διέθετε ένα σκηνικό οικοδόμημα έξι δωματίων, με σταθερό και περίτεχνα διακοσμημένο το υπόβαθρο του (scaenae frons), κατά Ρωμαϊκά αρχιτεκτονικά πρότυπα. Το δε προσκήνιο (pulpitum) ήταν κάπως υπερυψωμένο και στενό, οριζόντιων διαστάσεων 16 Χ 2,34 μέτρα. Οι πλευρικές πάροδοι και η κεντρική δίοδος που διέσχιζε την σκηνή, καλύπτονταν από θολωτή στέγη. Στην βόρεια ευθύγραμμη πλευρά της ορχήστρας βρίσκονταν δύο κίονες ύψους 7,80 μέτρων, επί των οποίων ενδεχομένως να ήταν τοποθετημένα υπερμεγέθη αγάλματα. Το μεγαλύτερο μέρος της τοιχοποιίας του θεατρικού οικοδομήματος αποτελούνταν από ακανόνιστους λίθους μεσαίου μεγέθους συνδεμένους με κονίαμα και σκυρόδεμα. Ακριβώς πίσω από την σκηνή σχηματίζονταν μία ευρύχωρη αυλή, διαθέτοντας ξύλινες κιονοστοιχίες σε δύο από τις πλευρές της, ενώ στα ανατολικά και δυτικά της περνούσαν δρόμοι, οι οποίοι οδηγούσαν σε κάποια παρακείμενα κτίρια προς βορρά, που δεν έχουν ακόμα ανασκαφεί. Από τα παραπάνω δεδομένα εξάγεται ότι εκείνη την εποχή, το αρχαίο θέατρο ήταν μία προσεγμένη και καλαίσθητη κατασκευή. Αυτή η αντίληψη ενισχύεται και από τον περιηγητή Παυσανία, ο οποίος διερχόμενος από εδώ περί το 155 π. Χ., το μνημονεύει σαν ένα από τα μέρη που αξίζει να δει κανείς στο ιερό του Ποσειδώνος(4).


Εικόνα 6: Άποψη της υφιστάμενης κατάστασης του κοίλου. Στις αρχές του 5ου αιώνα μ. Χ., το ήδη εγκαταλειμμένο θέατρο της αρχαίας Ισθμίας λιθολογήθηκε εκτενώς για προσπορισμό οικοδομικού υλικού, το οποίο χρησιμοποιήθηκε για την ανέγερση του παρακείμενου Βυζαντινού φρουρίου του Εξαμίλιου τείχους. (Πηγή φωτογραφίας: http://www.diazoma.gr).


Το θέατρο της αρχαίας Ισθμίας χρησιμοποιήθηκε κατά τον 3ο αιώνα μ. Χ., αλλά με την επικράτηση του Χριστιανισμού στα τέλη του επόμενου αιώνα, ακολούθησε την μοίρα της απαξίωσης του ιερού της αρχαιοελληνικής θρησκείας και έπαψε να λειτουργεί. Σταδιακά μεταβλήθηκε σε ερείπια και η οριστική απερήμωση επήλθε στις αρχές του 5ου αιώνα, όταν σχεδόν ισοπεδώθηκε για προσπορισμό έτοιμου οικοδομικού υλικού, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί στην κατασκευή των οχυρώσεων του παρακείμενου Βυζαντινού φρουρίου του Εξαμίλιου τείχους(5). Ενδεικτικά αναφέρεται ότι έχουν εντοπιστεί ενσωματωμένα στην τοιχοποιία του υπόψη αμυντικού έργου, τα δύο κιονόκρανα, δώδεκα σφόνδυλοι και το τμήμα μίας βάσης από τους δύο κίονες στήριξης των υπερφυσικών αγαλμάτων της ορχήστρας. Η τοποθεσία του αρχαίου θεάτρου ανασκάφηκε μεταξύ των ετών 1952 – 1967 με μέριμνα της Αμερικανικής Σχολής Κλασσικών Σπουδών των Αθηνών, από τους διαπρεπείς αρχαιολόγους Oscar Broneer και Elisabeth Gebhard, που συνέταξαν εξειδικευμένες μελέτες για τις αρχιτεκτονικές φάσεις του. Σήμερα το μνημείο δεν διατηρείται σε καλή κατάσταση, καθώς δεν έχει περατωθεί η αρχαιολογική έρευνα και αρκετά δομικά τμήματα της θεατρικής εγκατάστασης είναι επιχωματωμένα για λόγους προστασίας. Τα μόνα χαρακτηριστικά κατάλοιπα που δίνουν μία μορφολογική εικόνα στον απλό επισκέπτη είναι η προφανής καμπυλωτή διαμόρφωση του κοίλου, από το οποίο απουσιάζουν τα εδώλια, ο διακριτός χώρος της ορχήστρας, το κρηπίδωμα της σκηνής και το περίγραμμα του μακρόστενου προσκηνίου.


Εικόνα 7: Ψηφιακή αναπαράσταση του ιερού της Ισθμίας κατά τον 4ο αιώνα π. Χ., όπου παρουσιάζονται ο ναός του Ποσειδώνα με το παράπλευρο πρώιμο στάδιο και στο βάθος το θέατρο. (Πηγή φωτογραφίας: https://lucian.uchicago.edu/blogs/isthmia).

Πριν προχωρήσουμε στην περιγραφή των αθλητικών υποδομών του ιερού της Ισθμίας, κρίνεται σκόπιμο να κάνουμε μία σύντομη προσέγγιση στην γενικότερη αρχιτεκτονική διαρρύθμιση ενός αρχαιοελληνικού σταδίου, έτσι ώστε να αποκτήσουμε ένα μέτρο σύγκρισης. Η ιδανική τοποθεσία για την ίδρυση μίας τέτοιας εγκατάστασης ήταν εντός μίας φυσικής χαράδρωσης μεταξύ δύο υπερκείμενων χαμηλών λόφων, τα πρανή των οποίων με κατάλληλη διευθέτηση διαμορφώνονταν σε θέσεις θεατών και το καθένα τους επονομάζονταν από τους αρχαίους ως «θέατρον» (ή «θεατήριο» στην σύγχρονη απόδοση του όρου). Όμως, μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και η επικλινής πλαγιά ενός μόνο λόφου και απέναντι της να κατασκευαστεί ένα τεχνητό ανάχωμα. Το σύνηθες κατασκευαστικό σχέδιο ενός σταδίου είχε ένα επίμηκες τετράγωνο ή πεταλοειδές τέλος, την λεγόμενη «σφενδόνη». Το μέρος ανάμεσα στα πρανή ισοπεδώνονταν επιμελώς για να δημιουργηθεί ο χωμάτινος στίβος, όπου λάμβαναν χώρα τα αγωνίσματα. Το δε μήκος της μίας μονής διαδρομής αντιστοιχούσε στην μετρική μονάδα του ενός σταδίου, που αναλογούσε σε 600 μετρικούς πόδες και από την οποία έλαβε και την ονομασία της η αθλητική εγκατάσταση. Ωστόσο, πρακτικά η απόσταση αυτή ποικίλε γιατί ο «πους» είχε διαφορετικό μέγεθος από πόλη σε πόλη. Παραδείγματος χάριν και κατ’ αντιστοιχία, το μετρικό στάδιο στην Ολυμπία υπολογίζονταν στα 192,27 μέτρα, στην Επίδαυρο στα 181,08 μέτρα και στους Δελφούς στα 177,55 μέτρα(6).

Οι δρομείς πριν ξεκινήσουν τον αγώνα τους, πατούσαν με τα πόδια πάνω στο λίθινο κατώφλι της γραμμής εκκίνησης, η οποία αποκαλούνταν «άφεσις», «αφετηρία» ή «βαλβίδα». Οι θέσεις εκάστου αθλητή επάνω σε αυτή διαχωρίζονταν με κάθετους ξύλινους πασσάλους και κλείνονταν με προσαρτημένους ξύλινους βραχίονες. Για την ταυτόχρονη απελευθέρωση τους και την έναρξη του δρομικού αγωνίσματος, είχε επινοηθεί ένας μηχανισμός απαγκίστρωσης των οριζόντιων βραχιόνων με την ονομασία «ύσπληγξ (ύσπληγα)», τον οποίο θα εξετάσουμε κατά την περιγραφή των αθλητικών χώρων της Ισθμίας και της Νεμέας. Ο στίβος πλαισιώνονταν από λίθινη υδρορροή με αυλάκωση και τετράγωνες λεκάνες καθίζησης λάσπης κατά διαστήματα, στην οποία διοχετεύονταν πόσιμο νερό μέσω ενός συστήματος πήλινων αγωγών, για τις ανάγκες των αθλητών και των θεατών(7), καθώς και για την ύγρανση του αγωνιστικού πεδίου. Ανάλογα με τις περιστάσεις και την αρχιτεκτονική εξέλιξη, οι επικλινείς πλευρές του σταδίου, είτε απλώς δεν είχαν καθίσματα αλλά σχηματίζονταν αναβαθμοί για το κοινό, είτε τοποθετούνταν σειρές ξύλινων, λίθινων ή μαρμάρινων εδράνων, είτε λαξεύονταν εδώλια στον φυσικό βράχο. Στις τελευταίες δύο περιπτώσεις σχηματίζονταν σφηνοειδείς κερκίδες, ανάμεσα στις κλίμακες πρόσβασης προς τις ανώτερες σειρές καθισμάτων, ενώ ενίοτε στο πάνω μέρος αυτών κατασκευάζονταν στοές για την προφύλαξη των θεατών και των αθλητών από την κακοκαιρία, ιδίως στην Ρωμαϊκή εποχή. Τα δε καθίσματα της «προεδρίας» για τους Ελλανοδίκες, δηλαδή τους κριτές, και τους επίσημους αξιωματούχους βρίσκονταν σε μία εκ των μακρών πλευρών. Επίσης, μερικά από τα στάδια διέθεταν ένα μεγαλοπρεπές πρόπυλο στο μέτωπο του ανοιχτού άκρου απέναντι από την πεταλοειδή σφενδόνη.


Εικόνα 8: Άποψη του σωζόμενου τμήματος από την αφετηρία του πρώιμου σταδίου της αρχαίας Ισθμίας. Τα ανοίγματα μεταξύ των κάθετων πασσάλων προσδιορίζουν τις θέσεις εκκίνησης των αθλητών.


Όσον αφορά τις αθλητικές εγκαταστάσεις στην Ισθμία, αυτές συνιστούν μία ιδιάζουσα περίπτωση καθόσον στην τοποθεσία έχουμε την παρουσία δύο αρχαίων σταδίων με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, που ανήκουν σε δύο διαφορετικές χρονικές περιόδους, όπως θα αναλύσουμε στην συνέχεια. Αν και οι Ισθμιακοί αγώνες, γνωστότεροι ως «Ίσθμια», θεσπίστηκαν στα 582 π. Χ.(8), η αναγκαιότητα για την ύπαρξη ενός σταθερού αγωνιστικού χώρου για την ομαλή διεξαγωγή τους έγινε επιτακτική, όταν συμπεριλήφθηκαν στον τετραετή κύκλο της λεγόμενης «Περιόδου», μαζί με τις άλλες τρεις μεγάλες Πανελλήνιες εορταστικές εκδηλώσεις της Ολυμπίας, της Νεμέας και των Δελφών γύρω στα 550 π. Χ.. Τότε κατασκευάζεται ένα πρώιμο στάδιο (φάση Ι) σε άμεση γειτνίαση με τον ναό του Ποσειδώνα έχοντας προσανατολισμό ΒΔ – ΝΔ και στηρίχθηκε σε ένα τεχνητό ανάλημμα, που δημιουργήθηκε από την πλήρη εκμετάλλευση του αναπεπταμένου ανάγλυφου του εδάφους. Το μήκος του ήταν 193 μέτρα και συνδέονταν με τον βωμό του ιερού μέσω ενός κεκλιμένου διαδρόμου, ο οποίος σύντομα απέκτησε λίθινα τοιχώματα και μία ξύλινη πύλη στην είσοδο προς το στάδιο. Περί το 500 π. Χ. κατά μήκος της βορειοανατολικής πλευράς του στίβου σηκώθηκε ένα επικλινές υπερυψωμένο ανάχωμα με την συσσώρευση λίθων και χώματος (φάση ΙΙ), που λειτουργούσε ως κερκίδα για τους θεατές. Σε αυτές τις δύο αρχικές οικοδομικές φάσεις, η αφετηρία της εγκατάστασης συνίστατο από μία λίθινο κατώφλι με αυλακώσεις, μήκους περίπου 22,50 μέτρων, όπου ακουμπούσαν τα ακροδάκτυλα των ποδιών των δρομέων, οι θέσεις των οποίων φαίνεται ότι ήταν 13 ή 14 και προσδιορίζονταν από δύο πασσάλους στερεωμένους σε υποδοχές με μολύβδινη επένδυση.


Εικόνα 9: Αναπαράσταση των ξύλινων κάθετων πασσάλων με τους οριζόντιους βραχίονες, της γραμμής εκκίνησης της αφετηρίας του πρώιμου σταδίου της αρχαίας Ισθμίας, κατά την τέταρτη κατασκευαστική φάση του. (Πηγή φωτογραφίας: https://journals.ub.uni-heidelberg.de/Ancient Greek Stadia/Nikolas S. Charkiolakis).


Στην διαμόρφωση του πρώιμου σταδίου επήλθαν ουσιώδεις τροποποίησής (φάση ΙΙΙ) κατά την μέση Κλασσική περίοδο και πιθανότατα στα πλαίσια μίας ανακαίνισης του ιερού, μετά την καταστροφή από πυρκαγιά του αρχαϊκού ναού του Ποσειδώνος στα 460 – 450 π. Χ.. Για να εξυπηρετηθεί η μεγάλη προσέλευση θεατών στους αγώνες των Ισθμίων, διευρύνθηκε το ανάχωμα της κερκίδας και αυξήθηκε το ύψος του, φθάνοντας λίγο πάνω από τα 6 μέτρα. Στο οπίσθιο τμήμα του κατασκευάστηκε ένα ισχυρό αναλημματικό τείχος, με ισοδομική τοιχοποιία από ευμεγέθεις κατεργασμένους δόμους. Η δε πρόσβαση του πλήθους στο ανάχωμα – θεατήριο πραγματοποιούνταν μέσω κεκλιμένων εξωτερικών διαδρόμων, που οδηγούσαν στην κορυφή του. Επίσης, σχηματίζονταν ένας ακόμα επικλινής διάδρομος, μικρότερων διαστάσεων, στην βορειοδυτική γωνία του στίβου, ο οποίος εκτιμάται ότι χρησίμευε για την είσοδο προς το μέρος της αφετηρίας των επιφανών προσωπικοτήτων.

Εντός του 4ου αιώνα π. Χ. επέρχονται νέες μετατροπές στο στάδιο της Ισθμίας (φάση IV). Τότε η γραμμή εκκίνησης μεταφέρθηκε πιο κοντά στην σφενδόνη και εγκαταστάθηκε ένα ρηξικέλευθο σύστημα άφεσης των δρομέων, μία πειραματική ύσπληγα(9). Αυτός ο πολύπλοκος μηχανισμός αποτελούνταν από ένα μεγάλο ισοσκελές πλακόστρωτο τρίγωνο με μήκος βάσης 10 μέτρων, στην οποία είχαν διανοιχτεί 16 υποδοχές, χωρίς μολύβδινη επένδυση, όπου στερεώνονταν οι κάθετοι ξύλινοι πάσσαλοι και μεταξύ αυτών λάμβανε θέση ο αθλητής, όπως άλλωστε ίσχυε και για την προγενέστερη αφετηρία. Στο άνω τμήμα των πασσάλων είχαν προσαρμοστεί κινητοί ξύλινοι βραχίονες, που παρέμεναν οριζόντιοι συγκρατούμενοι από τεντωμένα σχοινιά, τα οποία μέσω αυλακώσεων – οδηγών επί του διαλαμβανόμενου πλακόστρωτου, κατέληγαν τυλιγμένα γύρω από ένα μάλλον κυλινδρικό στέλεχος στην κορυφή του τριγώνου της αφετηρίας. Μόλις ο αφέτης έδινε το σύνθημα, τα σχοινιά απελευθερώνονταν και οι οριζόντιοι βραχίονες αναδιπλώνονταν προς τα κάτω ή απορρίπτονταν στο έδαφος, επιτρέποντας την ταυτόχρονη εκκίνηση όλων των αθλητών. Επιπλέον, στις διαρρυθμίσεις αυτής της κατασκευαστικής φάσης εντάσσονται και η λίθινη υδρορροή με τις λεκάνες καθίζησης περιμετρικά του στίβου, αν και έχει εκφραστεί η άποψη ότι ενδέχεται να ήταν προγενέστερο έργο.


Εικόνα 10: Το σωζόμενο τμήμα της ύσπληγας στην αφετηρία του πρώιμου σταδίου της αρχαίας Ισθμίας, όπως αποκαλύφθηκε στις ανασκαφές του 1956. (Πηγή φωτογραφίας: Αρχαιολογικό Δελτίο, τόμος 16, Πίνακες, π. 63b, 1960).


Στις αρχές του 3ου αιώνα π. Χ., το πρώιμο στάδιο έπαψε να λειτουργεί, καθώς είχε κατασκευαστεί μία νέα και μεγαλύτερη αθλητική εγκατάσταση σε παρακείμενη τοποθεσία, πιθανώς για να αποσυμφορηθεί ο χώρος του ιερού του Ποσειδώνα. Ωστόσο, το πλευρικό ανάχωμα και ο αναλημματικός τοίχος μπορεί να αφαιρέθηκαν σε κατοπινή περίοδο. Μάλιστα ίσως κάποια αγωνίσματα, όπως η πυγμαχία και η πάλη, να εξακολουθούσαν να διεξάγονται στο παλαιό στάδιο και να τέθηκε σε πλήρη αχρηστία σταδιακά στους Ρωμαϊκούς χρόνους, όταν είχε εξαλειφθεί το ανάχωμα του θεατηρίου. Στο πρώτο μισό του 2ου αιώνα μ. Χ., αποτελούσε πλέον μία ανάμνηση και στο άλλοτε βορειοδυτικό τμήμα του θα ανεγερθεί ο πρώτος ναός του παιδιού – ήρωα Μελικέρτη – Παλαίμονα. Το πρώιμο στάδιο ανασκάφηκε από τον Αμερικάνο αρχαιολόγο Oscar Broneer το διάστημα των ετών 1952 – 1956 και σήμερα διατηρούνται κατάλοιπα της σφενδόνης και μέρος της τριγωνικής ύσπληγας, η οποία είναι η μοναδική πλακόστρωτη που έχει βρεθεί στην Ελλάδα, ενώ διακρίνεται και ένα μικρό κομμάτι από τον αναλημματικό τοίχο


Εικόνα 11: Αναπαράσταση εκκίνησης αρχαίων δρομέων από την αφετηρία του σταδίου της αρχαίας Ισθμίας, μέσω του μηχανισμού άφεσης της ύσπληγας. (Πηγή φωτογραφίας: σύγγραμμα βιβλιογραφίας α/α 1, σελίδα 21).


Πριν από την απαξίωση του πρώιμου σταδίου λίγο μετά το 300 π. Χ., είχε ήδη κατασκευαστεί το διάδοχο του σε μία επιμήκη φυσική κοιλότητα περίπου στα 240 μέτρα νοτιοανατολικά από τον ναό του Ποσειδώνος. Οι πληροφορίες σχετικά με αυτή την νεότερη υποδομή είναι κάπως περιορισμένες, καθώς έχει ερευνηθεί μερικώς μέσω δοκιμαστικών τομών στην τοποθεσία από τον Oscar Broneer στα 1961(10). Σίγουρα θα ήταν μία λίαν εντυπωσιακή εγκατάσταση, όπως άλλωστε πιστοποιείται και από το εκτεταμένο μέγεθος της, καθώς καταλάμβανε μία έκταση περίπου 15 στρεμμάτων. Αν και ο αρχαίος στίβος βρίσκεται κάτω από 2 έως 4 μέτρα επιχώσεων(11) και η τωρινή επιφάνεια του καλύπτεται από αγριόχορτα, ελιές και κίτρα, εντούτοις μέσα από τις εκθέσεις πεπραγμένων των αρχαιολογικών εργασιών, μπορούμε να προσλάβουμε μία ασφαλή εικόνα για το αρχιτεκτονικό σχέδιο του. Το μεταγενέστερο στάδιο είχε προσανατολισμό ΝΔ – ΒΑ και έφερε πεταλοειδές περίγραμμα με δύο μακρές πλευρές, οι οποίες είχαν προκύψει από την κατάλληλη διαμόρφωση των προϋπάρχοντων φυσικών κλιτύων του εδάφους. Αυτές οι επιμήκεις κερκίδες, όπως και η σφενδόνη, σχηματίζονταν από φαρδείς τεχνητούς αναβαθμούς, πάνω στους οποίους κάθονταν ή στέκονταν οι θεατές για να παρακολουθήσουν τους αγώνες και διαχωρίζονταν καθ’ ύψος σε δύο ενότητες, μέσω ενός διαζώματος από λίθινα στηθαία με λαξευμένα γείσα στην κορυφή(12). Κάποια από τα λίθινα καθίσματα της προεδρίας βρέθηκαν στην νοτιοανατολική πλευρά, 30 μέτρα πριν από την γραμμή τερματισμού, ενώ σύμφωνα με τις ανασκαφικές ενδείξεις δεν προκύπτει σαφώς ότι το ύστερο στάδιο διέθετε σταθερά εδώλια για το κοινό, πλην της σφενδόνης όπου ανακαλύφθηκαν λίθινα έδρανα με πλάτη.


Εικόνα 12: Η τοποθεσία του μεταγενέστερου σταδίου της αρχαίας Ισθμίας. Με την κόκκινη διαγράμμιση επισημαίνεται ενδεικτικά η προοπτική του στίβου και τονίζονται οι επικλινείς πλευρές του.


Μέσω των διερευνητικών τομών εντοπίστηκαν τα δύο άκρα του αγωνιστικού στίβου και εξακριβώθηκε ότι το ακριβές μήκος του είναι 181,15 μέτρα. Επίσης, ανακαλύφθηκε τμήμα της αφετηρίας του σταδίου, που διαπιστώθηκε ότι συνιστά ένα τυπικό δείγμα του είδους της, δηλαδή ένα μακρόστενο κατώφλι με διπλή αυλάκωση, ωφέλιμου μήκους 27 μέτρων, για την στοίχιση των ποδιών των αθλητών. Σε αυτή την περίπτωση οι θέσεις των δρομέων ήταν 18 και οι διαχωριστικοί πάσσαλοι τοποθετούνταν σε υποδοχές με μολύβδινη επένδυση. Οι πλευρές του στίβου διατρέχονταν από μία λίθινη υδρορροή με αυλάκωση και προσαρμοσμένες τετράγωνες λεκάνες καθίζησης ανά διαστήματα. Στον άξονα του σταδίου και κοντά στο διάζωμα των κερκίδων υπήρχε μία δεξαμενή για την αποθήκευση ύδατος, από την οποία τροφοδοτούνταν αυτό το περιφερειακό σύστημα ύδρευσης. Ανάμεσα από κάθε λεκάνη και το κρηπίδωμα των κερκίδων το έδαφος είχε φτιαχτεί μία μικρή δίοδος με πλακόστρωτο προσέγγισης, όπως φανερώνεται από μία ανασκαφική τομή, ένα δομικό στοιχείο που επιβεβαιώνει ότι οι θεατές είχαν πρόσβαση στο πόσιμο νερό των υπόψη λίθινων δοχείων και δεν προορίζονταν αποκλειστικά για τους αθλητές. Κάποια στιγμή στους Ρωμαϊκούς χρόνους, η δεξαμενή ύδατος αναδομήθηκε και καλύφθηκε με επίχρισμα, το οποίο διακοσμήθηκε με ζωγραφικές παραστάσεις από το θαλάσσιο περιβάλλον.


Εικόνα 13: Τμήμα από το κατώφλι με τις αυλακώσεις και τις υποδοχές για τους πασσάλους της αφετηρίας του μεταγενέστερου σταδίου της αρχαίας Ισθμίας, όπως αποκαλύφθηκε σε μία δοκιμαστική τομή κατά τις ανασκαφές του 1961. (Πηγή φωτογραφίας: Αρχαιολογικό Δελτίο, τόμος 17, Χρονικά, π. 71a, 1961/62).


Το νεότερο στάδιο της αρχαίας Ισθμίας σταμάτησε να χρησιμοποιείται για πάνω από έναν αιώνα, μετά από την ολέθρια δήωση της Κορίνθου στα 146 π. Χ. από τον Ρωμαίο αξιωματούχο Μόμμιο, οπότε και την ευθύνη διοργάνωσης των αγώνων ανέλαβε η Σικυώνα, καθόσον η Ισθμία ήταν ένα θρησκευτικό κέντρο και όχι μία αυτοτελής πολιτεία. Η αθλητική εγκατάσταση επαναλειτούργησε μεταξύ των ετών 7 π. Χ. και 3 μ. Χ., όταν η Ρωμαϊκή πλέον αποικία της Κορίνθου από το 44 π. Χ. είχε αναπτυχθεί επαρκώς και ήταν σε θέση να αποκτήσει και πάλι την εποπτεία διεξαγωγής των εκδηλώσεων των Ισθμίων. Στο συγκεκριμένο στάδιο και τους διεξαγόμενους αγώνες σε αυτό, θεωρείται ότι αναφέρεται και ο Απόστολος Παύλος στην «Α’ προς Κορινθίους επιστολή», καλώντας τους Χριστιανούς της πόλης να μιμηθούν την εγκράτεια και το αγωνιστικό πνεύμα των αθλητών στην δική τους πνευματική προσπάθεια, για να λάβουν ως βραβείο τον άφθαρτο στέφανο(13). Ο ίδιος ο Απόστολος των Εθνών, κατά την δεύτερη περιοδεία του, πιστεύεται ότι αφίχθηκε στην Κόρινθο στα τέλη του 50 μ. Χ., όπου παρέμεινε κηρύττοντας για ενάμιση χρόνο και έτσι είναι πολύ πιθανόν να παρακολούθησε τους Ισθμιακούς αγώνες του επόμενου έτους, αναζητώντας ευκαιριακά προσήλυτους ανάμεσα στο πολυπληθές κοινό. Ο δε Παυσανίας περί το 155 π. Χ., μνημονεύει το συγκεκριμένο στάδιο σαν ένα οικοδόμημα από «λευκό λίθο»(14), ένα δομικό γνώρισμα που μάλλον δεν ευσταθεί, καθόσον δεν τεκμαίρεται ότι διέθετε λίθινα εδώλια θεατών, εκτός και αν ο διάσημος περιηγητής υπονοεί την μαρμάρινη πρόσοψη ενός πρόπυλου, το οποίο δεν έχει ανακαλυφθεί ακόμα. Οι δε Ισθμιακοί αγώνες συνέχισαν να διεξάγονται στο ιερό του Ποσειδώνος, τουλάχιστον έως τα τέλη του 3ου αιώνα μ. Χ..


Εικόνα 14: Άποψη της κεκλιμένης νοτιοανατολικής πλευράς του μεταγενέστερου σταδίου της αρχαίας Ισθμίας στην σημερινή της κατάσταση. Τα αναλημματικά τοιχία κάτω από τα ελαιόδεντρα δημιουργήθηκαν στην σύγχρονη εποχή, χωρίς να διακρίνονται προφανείς αρχαίοι δόμοι στην τοιχοποιία τους.


Κατά την ύστερη Ρωμαϊκή περίοδο, το μεταγενέστερο στάδιο ίσως να απώλεσε τον καθαρά αθλητικό χαρακτήρα του και η χρήση του να προσομοίαζε περισσότερο με εκείνη των αμφιθεάτρων, στα οποία διενεργούνταν τα αιμοσταγή, πλην όμως εξαιρετικά δημοφιλή θεάματα, των μονομαχιών και θηριομαχιών, τουλάχιστον μέχρι τα χρόνια του αυτοκράτορα Ιουλιανού (355 – 363 μ Χ.). Η οριστική εγκατάλειψη του πρέπει να επήλθε στα 393 μ Χ., όταν ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Θεοδόσιος Α’ (379 – 395 μ. Χ.) κατάργησε με διάταγμα τους Ολυμπιακούς αγώνες ως παγανιστικό δρώμενο, καθώς η ίδια θλιβερή ετυμηγορία προδικάζονταν για τα Ίσθμια και για τις άλλες Πανελλήνιες εορταστικές εκδηλώσεις. Επίσης, η εγκατάσταση μάλλον δέχτηκε εκτεταμένη λιθολόγηση περί τα μέσα του 6ου αιώνα μ. Χ., παρέχοντας δευτερογενές οικοδομικό υλικό για την ευρεία ανακαίνιση του Εξαμίλιου τείχους από τον Βυζαντινό αυτοκράτορα Ιουστινιανό Α’.

Ωστόσο, μπορούμε να ανιχνεύσουμε στην ιστοριογραφία μία πιθανή επαναχρησιμοποίηση του χώρου κατά την μεσαιωνική εποχή και στα χρόνια της Λατινοκρατούμενης Πελοποννήσου. Τον Μάϊο του 1305, ο ηγεμόνας του Πριγκιπάτου της Αχαΐας, Φίλιππος Α’ της Σαβοΐας (1301 – 1307), διοργάνωσε λαμπρούς ιππικούς αγώνες κονταρομαχιών στην τοποθεσία του Ισθμού της Κορίνθου, και συγκεκριμένα εκεί όπου στα αρχαία χρόνια τελούνταν τα περιώνυμα Ίσθμια, προσκαλώντας όλους τους υποτελείς Φράγκους αυθέντες του Μορέα, αλλά και Λατίνους ευγενείς από τις υπόλοιπες φεουδαρχικές περιοχές της νησιωτικής και ηπειρωτικής Ελλάδας(15). Οι μεγαλειώδεις εορταστικές εκδηλώσεις διάρκεσαν είκοσι ημέρες και σε αυτούς συμμετείχαν πάνω από χίλιοι ιππότες και βαρώνοι, αλλά και επτά πρωταθλητές κονταρομαχίας, οι οποίοι είχαν έλθει από Ευρωπαϊκές χώρες. Εφόσον το γεγονός αυτό έλαβε χώρα στο Ισθμία, όπως παρατίθεται στις ιστορικές πηγές, τότε το προσφορότερο μέρος για την διεξαγωγή μαζικών ιππικών αγώνων σίγουρα θα ήταν εκείνο του νεότερου αρχαιοελληνικού σταδίου, που το επίπεδο έδαφος του πρώην στίβου του θα ήταν ιδανικό για πεδίο κονταρομαχιών έπειτα από μία αποψίλωση, ενώ οι όμορφες αριστοκράτισσες θα επηρέαζαν τους διαγωνιζόμενους καθισμένες στις εκατέρωθεν πλαγιές, όπου κάποτε διαμορφώνονταν οι κερκίδες του. Αυτή η μεσαιωνική αναλαμπή ίσως αποτελεί και το ιδιότυπο κύκνειο άσμα της αγωνιστικής δραστηριότητας στην αρχαία αθλητική εγκατάσταση, η οποία επανήλθε στην αφάνεια μέχρι την διενέργεια των εντατικών αρχαιολογικών ερευνών στο ιερό της Ισθμίας μετα τα μέσα του 20ου αιώνα.


Εικόνα 15: Τμήμα της λίθινης περιμετρικής υδρορροής με την αυλάκωση του μεταγενέστερου σταδίου, όπως αποκαλύφθηκε σε μία δοκιμαστική τομή κατά τις ανασκαφές του 1961. Διακρίνεται μία από τις τετράγωνες λεκάνες καθίζησης λάσπης και η μικρή δίοδος με το πλακόστρωτο προσέγγισης. (Πηγή φωτογραφίας: Αρχαιολογικό Δελτίο, τόμος 17, Χρονικά, π. 73a, 1961/62).


Εκτός από τους αθλητικούς και μουσικούς αγώνες, η Ισθμία είχε αποκτήσει και μία ιδιαίτερη κοινωνικοπολιτική σπουδαιότητα στον αρχαιοελληνικό κόσμο. Η κομβική γεωγραφική θέσης της στον στενό λαιμό που ένωνε την Πελοπόννησο με την υπόλοιπη Ελλάδα, σε ένα σημείο όπου διασταυρώνονταν χερσαίοι και θαλάσσιοι δρόμοι (μέσω του δίολκου), συντέλεσε στην ραγδαία αύξηση της φήμης και της δημοτικότητας του ιερού του Ποσειδώνος, καθιστώντας αυτό σαν ένα φυσικό μέρος συναθροίσεων. Έτσι λοιπόν, ήδη από τις αρχές του 5ου αιώνα π. Χ., η Ισθμία αποτελούσε τόπο καθοριστικών Πανελλήνιων συνεδρίων και «βήμα» βαρυσήμαντων ανακοινώσεων από εξέχουσες προσωπικότητες. Εδώ συγκεντρώθηκαν στα 481 π. Χ., οι εκπρόσωποι των Ελληνικών πόλεων – κρατών για να αποφασίσουν τον κοινό τρόπο ενεργείας, ενάντια στην επικείμενη εισβολή του πανίσχυρου Πέρση βασιλιά Ξέρξη, συστήνοντας αδιάρρηκτη συμμαχία. Στα 480 π. Χ. συγκλήθηκε στο ιερό νέα συνέλευση και επιλέχτηκε η τοποθεσία των Θερμοπυλών, για την ανάσχεση του τεράστιου Περσικού στρατεύματος. Στα 337 π. Χ., ο σαρωτικός βασιλιάς των Μακεδόνων, Φίλιππος Β,’ συγκαλεί στην Ισθμία γενικό συνέδριο, όπου ανακηρύσσεται αρχιστράτηγος όλων των Ελλήνων καταφέρνοντας να τους συσπειρώσει, έστω και αναγκαστικά, προκειμένου να τον υποστηρίξουν στην υλοποίηση του απώτερου σκοπού του, που δεν ήταν άλλος από την υποταγή της Περσίας. Μετά την δολοφονία του τελευταίου στα 336 π. Χ., αναγνωρίζεται στο ίδιο μέρος από το Ελληνικό συνέδριο, ο γιός του Μέγας Αλέξανδρος ως αρχιστράτηγος της εκστρατείας κατά των Περσών. Ένας άλλος επιφανής Μακεδόνας, ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, αναγορεύεται ηγεμόνας της Ελλάδας σε μία συγκέντρωση των αντιπροσώπων των πόλεων – κρατών στο ιερό του Ποσειδώνος στα 302 π. Χ.. Κατά την διάρκεια της Ρωμαϊκής περιόδου, οι Ισθμιακοί αγώνες γίνονται πεδίο προπαγάνδας τουλάχιστον δύο φορές. Στα 196 π. Χ., ο Ρωμαίος αξιωματούχος Τίτος Κόϊντος Φλαμινίνος διακήρυξε με στόμφο μέσα στο κατάμεστο στάδιο, την αποδέσμευση των Ελληνικών πολιτειών από το δεσποτισμό των Μακεδόνων, την απαλλαγή τους από τους φόρους και το αυτοδιοίκητο τους. Ο δε «θριαμβευτής» των μουσικών διαγωνισμών στα Ίσθμια του 67 μ. Χ., αυτοκράτορας Νέρωνας, εκφώνησε ένα πανηγυρικό λόγο στο θέατρο χαρίζοντας της ελευθερία στην Ρωμαϊκή επαρχία της Αχαΐας, δηλαδή στην νότια Ελλάδα, εξαιρώντας την από τις εισφορές στην Ρώμη και ταυτόχρονα ανακοίνωσε το μεγαλεπήβολο έργο της διάνοιξης μίας διώρυγας στον Ισθμό της Κορίνθου, το οποίο όμως δεν ολοκληρώθηκε ποτέ.


Εικόνα 16: Ακανόνιστη τοιχοποιία με κατεργασμένους δόμους στο ανοιχτό άκρο της νοτιοανατολικής πλευράς του μεταγενέστερου σταδίου, η οποία ενδεχομένως να προσδιορίζει ένα μετωπικό αναλημματικό τοίχο των αρχαίων κερκίδων.


Όπως έχει προαναφερθεί, τα Ίσθμια παραδοσιακά καθιερώθηκαν ως ταφικοί αγώνες προς τιμήν του παιδιού – ήρωα Μελικέρτη – Παλαίμονα, ανάγοντας το ξεκίνημα τους σε μία απόμακρη αρχαιότητα. Σύμφωνα με μία άλλη μυθολογική διήγηση, ο Θησέας, ως βασιλιάς των Αθηνών, προήγαγε αυτές επιμνημόσυνες αναμετρήσεις από μία κλειστή νυκτερινή τελετή σε μία πλήρως οργανωμένη αθλητική εκδήλωση, αφιερωμένη στον θεό Ποσειδώνα και ανοιχτή σε όλους τους Έλληνες, προσδίδοντας σε αυτήν μία ανταγωνιστική αίγλη και δημοφιλία εφάμιλλη με τα Ολύμπια. Αυτή η αντίληψη σχετίζεται σαφώς με το έντονο ενδιαφέρον και την αθρόα προσέλευση και συμμετοχή των Αθηναίων στους Ισθμιακούς αγώνες. Επί πραγματικής βάσεως, η πρώιμη λατρεία του Ποσειδώνα στην τοποθεσία του ιερού εμφανίζεται στον 8ο αιώνα π. Χ., όπως προκύπτει από τα αρχαιολογικά ευρήματα και ο πρώτος ναός του θεού χρονολογείται μεταξύ των ετών 690 – 650 π. Χ.. Συνεπώς, ίσως θα πρέπει να αναζητήσουμε τις πρωτογενείς εορταστικές εκδηλώσεις των Ισθμίων σε αυτόν τον χρονικό ορίζοντα, οι οποίες πρέπει να είχαν μια περισσότερο θρησκευτική ιδιοσυγκρασία και λιγότερο αθλητική. Όμως, φαίνεται ότι αναδιοργανώθηκαν ή καλύτερα επανιδρύθηκαν στα 582 π. Χ., με την αναβάθμιση και ανάδειξη του αγωνιστικού σκέλους της εορτής προς τιμήν του Ποσειδώνος. Λίγο αργότερα και περί το 550 π. Χ., απέβαλλαν τον τοπικό τους χαρακτήρα όταν θεσπίστηκε η αποκαλούμενη «Περίοδος», δηλαδή ο τετραετής κύκλος των τεσσάρων μείζονων Πανελλήνιων εκδηλώσεων, που ήταν τα Ολύμπια, τα Πύθια, τα Νέμεα και τα Ίσθμια. Στον θεσμό αυτό προβλέπονταν η τέλεση των Ισθμιακών αγώνων ανά διετία. Έτσι λοιπόν, διεξάγονταν την άνοιξη (Απρίλιος – Μάϊος) πριν από τους Ολυμπιακούς αγώνες (Ιούλιος – Αύγουστος) και κατόπιν την ίδια εποχή έπειτα από δύο χρόνια και πριν τα Πύθια (Αύγουστος – Σεπτέμβριος) στους Δελφούς(16).


Εικόνα 17: Μαρμάρινος πυρσός προερχόμενος από το μεταγενέστερο στάδιο της αρχαίας Ισθμίας. Το αντικείμενο αυτό αποτελεί το μοναδικό κινητό εύρημα των δοκιμαστικών ανασκαφικών τομών στην εγκατάσταση και αναπαριστά τον πυρσό που κρατούσαν οι αθλητές στις λαμπαδηδρομίες. (Πηγή φωτογραφίας: Αρχαιολογικό Δελτίο, τόμος 17, Χρονικά, π. 71a, 1961/62).


Στα Ίσθμια που κατατάσσονταν σε μεγαλοπρέπεια αμέσως μετά Ολύμπια, συμμετείχαν αθλητές από όλες τις πόλεις – κράτη της Ελλάδας και τις αποικίες, εκτός τους πολίτες της Ήλιδας (Ήλις), οι οποίοι τηρούσαν μία ψυχρή στάση προς τους Κορινθίους. Οι εκδηλώσεις είχαν διάρκεια τρεις ημέρες και κατά την διεξαγωγή τους κηρύσσονταν ιερή εκεχειρία εχθροπραξιών, έτσι ώστε να παρέχεται ασφαλής διέλευση στους προσερχόμενους εντός της Ελληνικής περιφέρειας. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στα 412 π. Χ., μολονότι η Κόρινθος και η Αθήνα βρίσκονταν σε εμπόλεμη κατάσταση στα πλαίσια του Πελοποννησιακού πολέμου, εντούτοις οι Αθηναίοι προσκλήθηκαν στους αγώνες ως συνήθως(17). Εκτός από τις τυπικές κατηγορίες των ανδρών και των παίδων, στα Ίσθμια υπήρχε και μία τρίτη κλάση αθλητών, αυτή των αγενείων. Το πρόγραμμα σε γενικές γραμμές ακολουθούσε το υπόδειγμα των Ολυμπίων, με την διαφορά ότι είχε προστεθεί ο ίππειος δρόμος και το παγκράτιο στην κατηγορία των παίδων. Οι εορτές άρχιζαν την αυγή με θυσία στον θεό Ποσειδώνα και προσφέρονταν γεύμα στους παρευρισκόμενους(18), ενώ στο χρονικό διάστημα τους φέρεται να πραγματοποιούνταν και νυκτερινές τελετές προς τιμήν του παιδιού – ήρωα Μελικέρτη – Παλαίμονα. Αρχικά το αθλητικό μέρος χωρίζονταν σε δύο ενότητες. Η μία αφορούσε τα γυμνικά αγωνίσματα που διεξάγονταν στην εγκατάσταση του σταδίου, και στα οποία περιλαμβάνονταν ο δρόμος σταδίου, ο δίαυλος (δρόμος 2 σταδίων), ο ίππειος δρόμος (δρόμος 4 σταδίων), ο δόλιχος (δρόμος 24 σταδίων), ο οπλίτης δρόμος (δρόμος 2 σταδίων με πολεμική εξάρτηση), πάλη, πυγμαχία, παγκράτιο και πένταθλο (τροχάδην, άλμα, πάλη, δισκοβολία και ακόντιο). Την δεύτερη ενότητα των Ισθμίων αποτελούσαν οι ιππικοί αγώνες, στους οποίους προσδίδονταν μεγάλη βαρύτητα, καθώς ως πάτρωνας τους θεωρούνταν ο θεός Ποσειδώνας. Σε αυτούς συγκαταλέγονταν κυρίως το τέθριππο (αρματοδρομία 12 γύρων), η ξυνορίδα ή συνωρίς ίππων (αρματοδρομία 8 γύρων) και ο κέλητας ή κέλης ίππος (ιπποδρομία 6 γύρων)(19). Ο δε χώρος διενέργειας τους πρέπει να ήταν σε ένα ξεχωριστό ιπποδρόμιο στην Ισθμία, που δεν έχει εντοπιστεί ακόμα. Περί τον 4ο – 3ο αιώνα π. Χ., στο πρόγραμμα της εκδήλωσης εντάσσονται βαθμιαία θεατρικές, μουσικές και ποιητικές αναμετρήσεις συνιστώντας μία τρίτη ενότητα και οι οποίες εκτελούνταν στο θέατρο του ιερού, αλλά και διαγωνισμοί ζωγραφικής, μία δραστηριότητα με σημειολογική σημασία, αφού η Κόρινθος λογίζονταν σαν η κοιτίδα της συγκεκριμένης εικαστικής τέχνης.


Εικόνα 18: Μαρμάρινη κεφαλή ισθμιονίκη που φοράει νικητήριο στεφάνι φτιαγμένο από κλαδί πεύκου με ενωμένες τις πευκοβελόνες. Πρόκειται για ανασκαφικό εύρημα από το θέατρο του ιερού του Ποσειδώνος. Εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ισθμίας.


Στην λήξη των Ισθμίων, οι νικητές λάμβαναν ως συμβολικό έπαθλο έκαστος από ένα στεφάνι, πλεγμένο πρωταρχικά από κλαδιά πεύκου με ενωμένες τις πευκοβελόνες, το οποίο με το πέρασμα στον 5ο αιώνα π. Χ. αντικαταστάθηκε από ξερό αγριοσέλινο, ενώ κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους χρησιμοποιούνταν και τα δύο είδη. Αυτά τα φυτά είχαν νεκρική έννοια, υπενθυμίζοντας στους συμμετέχοντες το μικρό παιδί Μελικέρτη – Παλαίμονα, προς τιμήν του οποίου καθιερώθηκαν οι αγώνες. Η απονομή και η στέψη πιθανότατα γίνονταν μπροστά στον μακρύ βωμό του ναού του Ποσειδώνος και ο ισθμιονίκης μετέφερε το στεφάνι στην ιδιαίτερη πατρίδα του, όπου γνώριζε την αποθέωση απολαμβάνοντας την φήμη της Πανελλήνιας νίκης του για την υπόλοιπη ζωή του. Κάποιες φορές οι θριαμβευτές ανταμείβονταν πλουσιοπάροχα, με παράδειγμα την περίπτωση των νικηφόρων Αθηναίων, οι οποίοι με την επιστροφή τους επιβραβεύονταν. με την χορήγηση 100 δραχμών ήδη από τον 6ο αιώνα π. Χ, ένα σεβαστό ποσό για εκείνη την περίοδο(20), σύμφωνα με τον νόμο που είχε θεσπίσει ο Σόλων (639 – 559 π. Χ.). Ενίοτε, οι ισθμιονίκες ήταν δυνατόν να τιμηθούν με την δημιουργία του ανδριάντα τους, που στήνονταν στην είσοδο του ναού του Ποσειδώνος εκατέρωθεν της θύρας, και για τα αθλητικά επιτεύγματα τους γράφονταν προσωποκεντρικές επινίκιες ωδές, όπως οι οκτώ «Ισθμιόνικοι» του Πινδάρου (522 – 443 π. Χ.)(21). Αξιοσημείωτο είναι ότι πριν ακόμα να επιβληθεί πλήρως η Ρωμαϊκή κυριαρχία στην Ελλάδα και περί το 229/228 π. Χ., επιτράπηκε και στους Ρωμαίους να συμμετέχουν στα Ίσθμια(22), ενώ αργότερα και από τον 1ο αιώνα μ. Χ. λάμβαναν μέρος και γυναίκες στους μουσικούς διαγωνισμούς(23).


Εικόνα 19: Λίθινοι ελλειψοειδείς αλτήρες προερχόμενοι από το πρώιμο στάδιο της Ισθμίας. Οι αθλητές κρατούσαν από ένα αλτήρα σε κάθε τους χέρι κατά την εκτέλεση του άλματος εις μήκος (στα πλαίσια του πεντάθλου), προκειμένου να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη αλτικότητα. Εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ισθμίας.


Σχετικά πρόσφατα, από τον Αύγουστο του 2013, ξεκίνησε μία συζήτηση σε επίπεδο φορέων τοπικής αυτοδιοίκησης για την αναβίωση των αρχαίων Ισθμιακών αγώνων και προτείνονταν η διεξαγωγή τους ανά διετία στην περιοχή της Ισθμίας, με σκοπό την προαγωγή του αθλητικού ιδεώδους και της ευγενούς άμιλλας, καθώς επίσης και την ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου. Η πλέον ενδεδειγμένη τοποθεσία για την υλοποίηση αυτής της θαυμάσιας ιδέας είναι το μέρος του ύστερου σταδίου, στο οποίο όμως δεν έχει διενεργηθεί συστηματική ανασκαφή και έχουν κλειστεί ακόμα και οι δοκιμαστικές τομές. Ωστόσο, από την περιορισμένη αρχαιολογική έρευνα στα 1961, διαπιστώθηκε ότι τα λίθινα δομικά τμήματα του στίβου του, όπως η αφετηρία και η περιμετρική υδρορροή, διατηρούνται σε εξαιρετική κατάσταση κάτω από το παχύ στρώμα των επιφανειακών επιχωματώσεων. Κατά την άποψη του γράφοντος ένα εγχείρημα αποκάλυψης και αποκατάστασης του αρχαίου σταδίου της Ισθμίας είναι θεμιτό και εφικτό, ενώ η ανασύσταση των Ισθμιακών αγώνων θα αναπτερώσει το αρχαιοελληνικό αθλητικό πνεύμα στην περιοχή της Κορίνθου, συνιστώντας ένα σπουδαίο πολιτιστικό γεγονός. Αν και σίγουρα πρόκειται για μία χρονοβόρα όσο και δαπανηρή διαδικασία, εντούτοις δύναται να πραγματοποιηθεί με τον κατάλληλο σχεδιασμό πάνω σε ένα πρακτικό χρονοδιάγραμμα και με την επαρκή χρηματοδότηση των εργασιών, είτε μέσω των αρμόδιων κρατικών υπηρεσιών, είτε μέσω της ανάληψης μίας γενναίας ιδιωτικής πρωτοβουλίας, κρίνοντας από τα επιτυχημένα παραδείγματα της ανάπλασης του σταδίου της αρχαίας Νεμέας και της σύγχρονης αναβίωσης των Νεμέων αγώνων, που θα εξετάσουμε στην συνέχεια του παρόντος άρθρου.


Εικόνα 20: Άποψη του σταδίου των Ελληνιστικών χρόνων στην αρχαία Νεμέα, όπως όπως φαίνεται από την σφενδόνη του. Σύμφωνα με την επικρατέστερη μυθολογική εκδοχή, τα Νέμεα θεσπίστηκαν ως ταφικοί αγώνες στην μνήμη του αδικοχαμένου Οφέλτη – Αρχέμορου, γιού του βασιλιά της Νεμέας Λυκούργου.


Ανατρέχοντας στον ανεξάντλητο θησαυρό της Ελληνικής μυθολογίας, θα διαπιστώσουμε ότι η παραδοσιακή ίδρυση της δεύτερης Πανελλήνιας αθλητικής εκδήλωσης, που διεξάγονταν στην αρχαιότητα στην περιφέρεια του σημερινού νομού Κορινθίας, οφείλονταν σε ένα τυχαίο περιστατικό, το οποίο συνέβη κατά την έναρξη μίας πολεμικής επιχείρησης. Στην λεγόμενη «Εποχή των Ηρώων», προτού ακόμα ξεσπάσει ο Τρωικός πόλεμος στα τέλη 13ου/αρχές 12ου αιώνα π. Χ., ο βασιλιάς στην περιοχή της Νεμέας ήταν ο Λυκούργος, που μόλις είχε αποκτήσει τον Οφέλτη από την σύζυγο του Ευριδίκη(24). Σύμφωνα με ένα χρησμό, το νήπιο δεν έπρεπε να αγγίξει καθόλου στο χώμα, πριν μάθει να περπατάει. Μία ημέρα η βασιλική τροφός Υψιπύλη, έχοντας τον μικρό Οφέλτη στην αγκαλιά, μετέβηκε τοποθεσία της Αδράστειας πηγής, όπου θα αντίκριζε ένα αναπάντεχο θέαμα. Ύστερα από λίγη ώρα έφτασε μπροστά της το στράτευμα των Αργείων με επικεφαλής επτά δεινούς πολέμαρχους, προεξάρχοντος του βασιλιά του Άργους Άδραστου, οι οποίοι εκστράτευαν εναντίον της Θήβας («Επτά επί Θήβας»). Καθώς η στρατιωτική δύναμη πραγματοποίησε στάση για ανάπαυση, οι επτά στρατάρχες ζήτησαν από την Υψιπύλη να τους υποδείξει κάποια πηγή για να προμηθευτούν νερό. Η τροφός τρομοκρατημένη έσπευσε να τους εξυπηρετήσει, αφήνοντας ασυλλόγιστα τον Οφέλτη στο έδαφος μέσα σε πυκνή βλάστηση από αγριοσέλινο. Τότε ένα φίδι ή κατά μία άλλη εκδοχή ο δράκοντας που φρουρούσε την παρακείμενη πηγή της Αδράστειας δάγκωσε το νήπιο, που βρήκε ακαριαίο θάνατο. Ύστερα από την θλιβερή εξέλιξη, οι πολέμαρχοι σκότωσαν το θηριώδες ερπετό και ενταφίασαν τον μικρό Οφέλτη. Ωστόσο, ένας από αυτούς, ο Αμφιάραος, που διέθετε μαντικές ικανότητες, ερμήνευσε το συμβάν ως κακό οιωνό για την εκστρατεία τους και μετονόμασε το νεκρό παιδί σε Αρχέμορο, δηλαδή αρχή του μοιραίου. Πριν αναχωρήσουν για την Θήβα, οι επτά πολέμαρχοι διοργάνωσαν τους πρώτους ταφικούς αγώνες των Νέμεων προς τιμήν του Οφέλτη, στους οποίους συμμετείχαν και ίδιοι, με συνέπεια να θεσμοθετηθεί αυτή η αθλητική εκδήλωση.


Εικόνα 21: Δορυφορική αποτύπωση του αρχαιολογικού χώρου του ιερού του Διός στην αρχαία Νεμέα, όπου επισημαίνονται χωροταξικά οι αθλητικές εγκαταστάσεις σε σχέση με κυριότερα μνημεία. (1): Στάδιο Ελληνιστικών χρόνων, (1α): Διαβρωμένο βόρειο άκρο του στίβου, (2): Θολωτή δίοδος («κρυπτή είσοδος»), (3): Αποδυτήριο, (4): Αρχαιολογικό Μουσείο Νεμέας), (5): Ναός του Διός, (6): Λουτρώνας Ελληνιστικών χρόνων, (7): Πρώιμο στάδιο του 6ου – 5ου αιώνα π. Χ., (8): Στίβος άσκησης αθλητών, (9): Ηρώο του Οφέλτη, (10): Ιππόδρομος.


Σε μία άλλη μυθολογική παράδοση, η ίδρυση των Νεμέων αγώνων αποδίδεται στον Ηρακλή, σε ανάμνηση του πρώτου από τους δώδεκα άθλους του, της εξολόθρευσης του λιονταριού της Νεμέας, ενώ σε μία παραλλαγή της ο ήρωας – ημίθεος ανασυστήνει την πρότερη αθλητική εκδήλωση προς τιμή του βρέφους Οφέλτη – Αρχέμορου, προσδίδοντας σε αυτή μεγαλύτερο κύρος με την αφιέρωση της στον πατέρα του Δία. Όμως μέσα από την συγκριτική εξέταση των ιστορικών πηγών εξάγεται ότι τα Νέμεα καθιερώθηκαν στα 573 π. Χ.. Τότε είχε ολοκληρωθεί και η κατασκευή του αρχαϊκού ναού της κυρίαρχης θεϊκής μορφής του Ελληνικού πανθέου, χρονολογούμενη στο πρώτο τέταρτο του 6ου αιώνα π. Χ., επισφραγίζοντας τον οικείο λατρευτικό χώρο ως σημαντικό θρησκευτικό κέντρο της Πελοποννήσου. Εκείνη την περίοδο, το ιερό της Νεμέας ανήκε στην σφαίρα επιρροής της γειτονικής πόλης – κράτους των γειτονικών Κλεωνών, που ανέλαβε την διοργάνωση των αγώνων, οι οποίοι περί το 550 π. Χ. εντάχθηκαν στον τετραετή κύκλο της «Περιόδου». Ως Πανελλήνια πλέον εορτή τελούνταν ανά διετία, το καλοκαίρι (Ιούλιος – Αύγουστος) του πρώτου έτους μετά τα Ολύμπια και το ίδιο εποχιακό διάστημα του τρίτου έτους, πριν την χρονιά της επόμενης Ολυμπιάδας. Τα Νέμεα κατά την Αρχαϊκή και Κλασσική εποχή διεξάγονταν σε ένα πρώιμο στάδιο, που διαμορφώνονταν στο επίπεδο έδαφος δυτικά του ναού του Διός και ο επιμήκης στίβος του διέρχονταν σε πολύ κοντινή απόσταση από το οικοδόμημα με προσανατολισμό ελαφρώς ΝΔ – ΒΑ. Η λίθινη αφετηρία του σχηματίζονταν μπροστά από το κτίριο του ηρώου του Οφέλτη, από την οποία έχουν ανακαλυφθεί στο μέρος του μεταγενέστερου Ελληνιστικού λουτρώνα, μερικοί λιθόπλινθοι (βαλβίδες) με μία μονή εγκοπή στην επιφάνεια εκάστου, για την τοποθέτηση των δακτύλων του πίσω ποδιού του αθλητή, ενώ το άλλο πόδι ακουμπούσε στην γωνία της κάθετης πλευράς. Επίσης, ο καθένας από αυτούς έφερε από μία υποδοχή για στερέωση του ξύλινου πασσάλου που διαχώριζε τις θέσεις εκκίνησης.


Εικόνα 22: Τρεις ευμεγέθεις λιθόπλινθοι (βαλβίδες) από την αφετηρία του πρώιμου σταδίου του ιερού του Διός. Διακρίνεται η μονή εγκοπή στην επιφάνεια εκάστου για την τοποθέτηση των δακτύλων του πίσω ποδιού του αθλητή (περί το 500 π. Χ.). Εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Νεμέας.


Το δάπεδο του πρώιμου σταδίου καλύπτονταν από ένα στρώμα άσπρου πηλοχώματος και από την ανακαλυφθείσα έκταση της επίστρωσης του, συμπεραίνεται ότι ο στίβος του είχε πλάτος 23 – 25 μέτρα και μήκος περίπου 180 μέτρα. Παράλληλα με την δυτική πλευρά του έβαινε ένα επίμηκες και επικλινές ανάχωμα, όπου κάθονταν οι θεατές για να παρακολουθήσουν τους γυμνικούς αγώνες, έχοντας ως σκηνικό υπόβαθρο το οικοδομικό σύμπλεγμα του ιερού του Διός και το σαγηνευτικό φυσικό περιβάλλον της περιοχής. Κατά την άποψη την άποψη του διακεκριμένου αρχαιολόγου Stephen Miller, η τοπογραφική συσχέτιση του πρώιμου σταδίου και του παρακείμενου ηρώου του Οφέλτη στα νότια, αντανακλά τον στενό θρησκευτικό δεσμό ανάμεσα στο βρέφος – ήρωα και στην εκδήλωση των Νεμέων. Αυτή η αθλητική εγκατάσταση ίσως να δέχτηκε ορισμένες τροποποιητικές επεμβάσεις κατά την διάρκεια της Κλασσικής εποχής, καθόσον βρέθηκε μία ακέραια λιθόπλινθος από μία διαφορετική λίθινη αφετηρία, η οποία επαναχρησιμοποιήθηκε ως κατώφλι σε μία θύρα του γειτονικού οικοδομήματος του ξενώνα στον 4ο αιώνα π. Χ.. Πρόκειται για μία διπλή βαλβίδα πιο εξελιγμένης μορφής, που φέρει πρόσθια συνεχή αυλάκωση στην επιφάνεια της, η οποία προσδιόριζε την στοίχιση των εμπρός ποδιών των δρομέων, ενώ αμέσως μετά από αυτήν υπάρχουν δύο εγκοπές για την προσαρμογή των δακτύλων των πίσω ποδιών, οι οποίες απέχουν μεταξύ τους περίπου 0,90 μέτρα. Στον χώρο της αρχαίας Νεμέας ανασύρθηκαν ακόμα τρία τμήματα λιθόπλινθου του ίδιου τύπου αφετηρίας σε δεύτερη χρήση, αλλά οι αρχαιολόγοι εμφανίζονται διστακτικοί στο να αποφανθούν αν όντως ανήκαν σε ένα πιθανώς διασκευασμένο στίβο του πρώιμου σταδίου ή σε κάποιο άλλο άγνωστο στίβο.


Εικόνα 23: Λιθόπλινθος διπλής βαλβίδας αφετηρίας από τον χώρο του ιερού της Νεμέας. Φέρει πρόσθια συνεχή αυλάκωση στην επιφάνεια του, προκειμένου να στοιχίζονται τα εμπρός πόδια των δρομέων, ενώ τα δάκτυλα των πίσω ποδιών προσαρμόζονταν σε μία οπίσθια εγκοπή. Εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Νεμέας.


Περί το 330 – 320 π. Χ., κατασκευάζεται ένα νέο ανεξάρτητο στάδιο, σε απόσταση 450 μέτρων νοτιοανατολικά από τον ναό του Διός, με προσανατολισμό Ν – Β, μάλλον στα πλαίσια μίας γενικότερης ανακαίνισης και ανάπλασης του θρησκευτικού ιερού της Νεμέας. Το μνημειώδες έργο προέβλεπε την εκμετάλλευση δύο διπλανών φυσικών κοιλοτήτων στους πρόποδες του υψώματος της Ευαγγελίστριας. Στην μικρότερη από αυτές στα δυτικά ανεγέρθηκε το αποδυτήριο, ενώ η ευρύτερη στα ανατολικά διαμορφώθηκε σε ένα τυπικό στάδιο, με τα εκατέρωθεν πρανή να προορίζονται για κερκίδες θεατών. Αυτές οι δύο επιμέρους εγκαταστάσεις συνδέονταν με μία θολωτή στοά, που είχε διανοιχτεί κατά πλάτος του αντερείσματος ανάμεσα τους. Στην τοποθεσία κατέληγε ένας δρόμος απευθείας από τον ναό του Διός, προσεγγίζοντας το αποδυτήριο από τα βόρεια, του οποίου τα ίχνη έχουν εντοπιστεί μέσα στους σημερινούς αμπελώνες. Αυτή ήταν η «Ιερά Οδός» που ακολουθούσαν σε πομπή οι συμμετέχοντες αθλητές και οι Ελλανοδίκες στην εκδήλωση των Νεμέων.


Εικόνα 24: Αεροφωτογραφία του μεταγενέστερου σταδίου της αρχαίας Νεμέας. (1): Στίβος, (2): Λίθινη γραμμή άφεσης (ύσπληγα), (3): Θολωτή δίοδος («κρυπτή είσοδος»), (4): Παρειές κερκίδων, (5): Σφενδόνη, (6): Αποδυτήρια. Με μπλε διαγράμμιση επισημαίνεται η όδευση του λίθινου συστήματος ύδρευσης. (Πηγή αρχικής φωτογραφίας: σύγγραμμα βιβλιογραφίας α/α 7, σελίδα 102).


Το νεότερο στάδιο των αρχών της Ελληνιστικής εποχής δημιουργήθηκε με την εκτεταμένη εκσκαφή της της φυσικής κοιλότητας ανάμεσα στα δύο πρανή, για να προσλάβει περαιτέρω βάθος η εσοχή και να διαρρυθμιστεί η πεταλοειδής σφενδόνη, κατά τα συνήθη αρχιτεκτονικά πρότυπα. Το υλικό της εκχωμάτωσης εναποτέθηκε στο βόρειο άκρο του, όπου διευθετήθηκε σε ένα τεχνητό πλάτωμα ύψους περίπου 8,25 μέτρων, έτσι ώστε ο στίβος να αποκτήσει τις επιθυμητές διαστάσεις. Όμως, αυτό το χωμάτινο άνδηρο του βόρειου άκρου δεν ενισχύθηκε ποτέ από ένα περιφερειακό αναλημματικό τείχος, μία δομική ένδειξη που ίσως να υποδηλώνει ότι το κατασκευαστικό έργο παρέμεινε ημιτελές. Στα εκατέρωθεν πρανή δόθηκε μία ομαλή κλίση για να μπορούν να κάθονται οι θεατές, χωρίς να τοποθετηθούν σταθερά έδρανα οποιουδήποτε τύπου. Βέβαια, ίσως να υπήρχε μία μελλοντική πρόβλεψη για την σταδιακή προσαρμογή μόνιμων καθισμάτων στις κερκίδες, καθώς υφίστανται τα κατάλοιπα δύο ή τριών σειρών από λίθινα εδώλια στην νοτιοδυτική πλευρά της αθλητικής εγκατάστασης, ανάμεσα στην δίοδο εισόδου και το ύψος της γραμμής άφεσης. Οι δε θέσεις της προεδρίας βρίσκονταν ακριβώς απέναντι και σε απόσταση 30 περίπου μέτρων από την γραμμή εκκίνησης. Σε αυτό το σημείο βρέθηκαν καρφιά ανάμεσα σε λίθινους δόμους και ωμόπλινθους, πιστοποιώντας την ύπαρξη μίας ξύλινης εξέδρας, που χρησίμευε ως θεωρείο των κριτών – Ελλανοδικών, οι οποίοι ασκούσαν γενική εποπτεία επί των αθλημάτων, ενώ μερικοί από αυτούς στέκονταν εντός του στίβου έχοντας εξειδικευμένα καθήκοντα. Το Ελληνιστικό στάδιο εκτιμάται ότι φιλοξενούσε περισσότερα από 30.000 άτομα, αλλά η απουσία νομισμάτων στα διασκευασμένα πρανή υπαινίσσεται μία σύντομη ή σπάνια λειτουργία αυτού, ένα στοιχείο που συνάδει με την ιστορική πορεία του.


Εικόνα 25: Άποψη της νοτιοδυτικής πλευράς του Ελληνιστικού σταδίου της αρχαίας Νεμέας. Με κόκκινο βέλος επισημαίνονται οι ορθογώνιοι δόμοι των μοναδικών δύο ή τριών σειρών εδωλίων, που υπήρχαν στις χωμάτινες κερκίδες ανάμεσα στην θολωτή δίοδο της εισόδου στα δεξιά και της λίθινης αφετηρίας στα αριστερά.


Ο αγωνιστικός στίβος στην Νεμέα είχε μήκος 600 τοπικούς πόδες, δηλαδή 178 μέτρα και κατά μήκος των πλευρών του υπήρχαν μικροί πεσσοί, διαιρώντας τον σε τμήματα των 100 ποδών ή 29,65 μέτρων(25). Στο νότιο άκρο του σχηματίζονταν μία λίθινη αφετηρία φέροντας δύο παράλληλες αυλακώσεις, οι οποίες υπαγόρευαν ότι όλοι οι αθλητές λάμβαναν την ίδια θέση, γέρνοντας προς τα εμπρός και έχοντας τα δάκτυλα των ποδιών τους σε καθεμία από τις αυλακώσεις. Οι διαγωνιζόμενοι έτρεχαν σε δώδεκα διαδρομές, που προσδιορίζονταν από ξύλινους πασσάλους στερεωμένους σε κάθετες υποδοχές επί της βαλβίδας. Σε κάθε απόληξη της γραμμής άφεσης προεξείχαν δυο λίθοι, πάνω στους οποίους προσαρμόζονταν η ύσπληγα, το όργανο για την ταυτόχρονη και δίκαιη εκκίνηση των δρομέων(26). Στην περίπτωση της Νεμέας ο ξύλινος μηχανισμός στηρίζονταν στην τεχνολογία του καταπέλτη, που επινοήθηκε στα χρόνια της βασιλείας του Φίλιππου Β’ της Μακεδονίας (359 – 336 π. Χ.), και αντιπροσώπευε μία σημαντική μεταβολή στην εκκίνηση των αγώνων δρόμου την διάδοχη περίοδο του Μεγάλου Αλεξάνδρου (336 – 323 π. Χ.). Αποτελούνταν από ένα πλαίσιο εντός του οποίου συστρέφονταν νεύρα ζώων, εξασφαλίζοντας την πλήρη σύσφιξη του κινητού κάθετου πασσάλου (ή αλλιώς «αγκώνα», όπως το αποκαλούσαν οι αρχαίοι Έλληνες) με τον διπλανό ξύλινο κιονίσκο στερέωσης. Ο «αγκών» έφερε δύο παράλληλα σχοινιά ως εμπόδια για τους συμμετέχοντες, ένα στο ύψος της μέσης και το άλλο στο ύψος των γονάτων, και όταν δίνονταν το σύνθημα της έναρξης απελευθερώνονταν από τον κιονίσκο. Τότε έπεφταν τα σχοινιά και οι δρομείς ξεκινούσαν το αγώνισμα, ενώ όποιος σκόνταφτε επάνω στα σχοινιά ήταν εκείνος που είχε βιαστεί στην εκκίνηση. Επιπρόσθετα στις δύο εκατέρωθεν απολήξεις της λίθινης γραμμικής αφετηρίας υπήρχαν βαθμιδωτά βάθρα για την στήριξη αγαλμάτων.


Εικόνα 26: Άποψη της λίθινης αφετηρίας του Ελληνιστικού σταδίου της αρχαίας Νεμέας, με την διπλή αυλάκωση για τον καθορισμό της τοποθέτησης των ποδιών των αθλητών. Με κόκκινο βέλος επισημαίνονται οι θέσεις προσαρμογής της ύσπληγας, ενώ στα άκρα της γραμμής άφεσης διακρίνονται δύο βαθμιδωτά βάθρα αγαλμάτων.


Στους αγώνες δρόμου μεγαλύτερων αποστάσεων από ένα μετρικό στάδιο, όπως ο δόλιχος (δρόμος 24 σταδίων), οι στροφές των επιμέρους διαδρομών στο στάδιο πραγματοποιούνταν γύρω από ένα πάσσαλο, τον λεγόμενο καμπτήρα. Αυτό το εξάρτημα στερεώνονταν σε μία τετράγωνη βάση, που απείχε 5,30 μέτρα βόρεια της αφετηρίας και 3,40 μέτρα δυτικά του κεντρικού άξονα του στίβου. Η δε προκύπτουσα ασυμμετρία ήταν απαραίτητη διόρθωση για τους δρομείς, οι οποίοι θα έπαιρναν στροφή μεταξύ του καμπτήρα και της γραμμής άφεσης, αποφεύγοντας να συγκλίνουν προς το κέντρο ή στο πλευρό του αγωνιστικού χώρου. Ο ίδιος ο στίβος πλαταίνει στο μέσο από 23,52 μέτρα στο νότιο άκρο στα 26,93 μέτρα στο σημείο του δείκτη των 300 ποδών, δημιουργώντας μία αίσθηση καμπυλότητας. Παρόμοιες διαπλατύνσεις παρατηρούνται και σε άλλα αρχαιοελληνικά στάδια, αλλά δεν έχει διευκρινιστεί η σκοπιμότητα τους.


Εικόνα 27: Άποψη του νότιου άκρου του Ελληνιστικού σταδίου της αρχαίας Νεμέας. Με κόκκινο βέλος επισημαίνεται η τετράγωνη βάση του καμπτήρα μεγάλων διαδρομών, τοποθετημένου σε απόσταση 5,30 μέτρων από την λίθινη αφετηρία.


Το Ελληνιστικό στάδιο του ιερού της Νεμέας διέθετε αυτόνομο σύστημα ύδρευσης, κατασκευασμένο σύμφωνα με το διαδεδομένο αρχιτεκτονικό υπόδειγμα. Η περίμετρος του στίβου διατρέχονταν από μία υδρορροή με βαθιά αυλάκωση, στην οποία έρρεε τρεχούμενο πόσιμο νερό για τις ανάγκες των παρευρισκομένων και για την ενυδάτωση του αγωνιστικού πεδίου, έτσι ώστε να μην σηκώνεται σκόνη. Η τροφοδοσία της γίνονταν μέσω πήλινων αγωγών από την πηγή Αδράστεια, περίπου 500 μέτρα προς τα βορειοανατολικά. Φθάνοντας στην σφενδόνη του σταδίου, το νερό κατέληγε σε μία οπή στην πίσω πλευρά μίας λίθινης κρήνης, στην κορυφή του ημικυκλικού άκρου του στίβου. Κατόπιν περνούσε σε δύο διαδοχικές λεκάνες, όπου κατακάθονταν η λάσπη και μετά διοχετεύονταν στην αυλάκωση της περιμετρικής υδρορροής, η οποία διακόπτονταν κατά διαστήματα από άλλες τετράγωνες λεκάνες καθίζησης(27). Προκειμένου να επιτευχθεί η συνεχής ροή του ύδατος στο σύστημα ύδρευσης, ο στίβος ήταν κατωφερής προς τον βορρά, με συνολική κλίση κατά μήκος του άξονα του πάνω από 2 μέτρα. Αυτή η τεχνική μορφοποίηση επηρέαζε τους αγώνες δρόμου μεγάλων αποστάσεων, υποχρεώνοντας τους δρομείς να τρέχουν σε εναλλασσόμενες κατηφορικές και ανηφορικές διαδρομές. Ωστόσο, δεν αντέκειτο προς το αθλητικό πνεύμα, καθώς οι αρχαίοι Έλληνες ενδιαφέρονταν αποκλειστικά για την νίκη και όχι να καταρρίψουν μία επίδοση ή να βελτιώσουν την δική τους, ενώ οι συνθήκες ήταν οι ίδιες για κάθε αγωνιζόμενο(28).


Εικόνα 28: Η λίθινη κρήνη στην κορυφή του ημικυκλικού άκρου του στίβου με τις δύο λεκάνες καθίζησης λάσπης, από όπου το πόσιμο νερό διοχετεύονταν στην αυλάκωση της περιμετρικής υδρορροής του σταδίου.


Οι αθλητές εξέρχονταν στον αγωνιστικό χώρο του σταδίου αφού πρώτα ανέμεναν μέσα σε μία επιβλητική θολωτή δίοδο, στο μέσο της δυτικής πλευράς και κάτω από το φυσικό αντέρεισμα των κερκίδων, κατασκευασμένη από ευμεγέθεις κατεργασμένους δόμους. Σήμερα έχει αποκατασταθεί και διασώζεται σε πολύ καλή κατάσταση σε όλο το αρχικό της μήκος των 36,35 μέτρων, έχοντας πλάτος 2,06 μέτρα και ύψος 2,48 μέτρα. Η πρόσβαση στον στίβο πραγματοποιούνταν από έναν συνεχόμενο διάδρομο με υπερυψωμένους πλευρικούς τοίχους, που ουσιαστικά έκρυβαν από τα βλέμματα των θεατών το άνοιγμα της σήραγγας και κατά συνέπεια την προσέλευση οποιουδήποτε ατόμου μέσα από αυτή. Από αυτή την αποκαλούμενη ως «κρυπτή είσοδο» έβγαινε τρέχοντας ο κάθε αθλητής, όταν αναγγέλλονταν το όνομα του από τον κήρυκα, ενώ οι θεατές τον επευφημούσαν με ένα βουητό ή τον αποδοκίμαζαν με κάποιο σφύριγμα. Σε αρκετούς δόμους των τοιχωμάτων της μυσταγωγικής θολωτής διόδου διακρίνονται εγχάρακτες επιγραφές ονομάτων και μικρών φράσεων, οι οποίες στην πλειοψηφία τους χαράχτηκαν από αθλητές, που περίμεναν την σειρά τους για να περάσουν στον στίβο.


Εικόνα 29: Η «κρυπτή είσοδος» του Ελληνιστικού σταδίου της αρχαίας Νεμέας από τα δυτικά. Εντός αυτής της θολωτής σήραγγας ανέμεναν οι αθλητές την αναγγελία του ονόματος τους από τον κήρυκα και κατόπιν περνούσαν στον στίβο.


Όπως προαναφέρθηκε στην παρακείμενη δυτική κοιλότητα του εδάφους είχε αναγερθεί το αποδυτήριο, το οποίο συνδέονταν με την «κρυπτή είσοδο» μέσω ενός μικρού διαδρόμου λαξευμένου στο μαλακό πέτρωμα. Επρόκειτο για ένα απλό ορθογώνιο οικοδόμημα, διαστάσεων 13,40 Χ 16,40 μέτρων, με κεντρική αυλή, που χρησιμοποιούνταν ως χώρος προετοιμασίας των αθλητών και των κριτών. Πρέπει να διέθετε τουλάχιστον δύο εισόδους, μία στην βόρεια πλευρά και μία στην νοτιοανατολική γωνία του πίσω τοίχου. Η δε αυλή περιβάλλονταν στις τρεις πλευρές της από κιονοστοιχίες Δωρικών κιόνων, οι οποίοι στήριζαν μια κεραμοσκεπή με ξυλοδεσιά. Πάρα πολλά από τα ανακτηθέντα κεραμίδια φέρουν σφράγισμα με το όνομα του εργολάβου που παράγγειλε την παραγωγή τους. Αυτός ήταν ο Σωσικλής, ένας γνωστός αρχιτέκτονας μεγάλων κατασκευών με καταγωγή από το Άργος, ο οποίος μάλλον ήταν ο βασικός υπεύθυνος για τα έργα στην Νεμέα στο δεύτερο μισό του 4ου αιώνα π. Χ..


Εικόνα 30: Τα αναστηλωμένα κατάλοιπα του αποδυτηρίου του Ελληνιστικού σταδίου, όπου προετοιμάζονταν οι αθλητές και οι κριτές πριν την έναρξη των αγώνων.


Η ιστορική πορεία του ιερού του Διός και οι διακυμάνσεις διεύθυνσης και διενέργειας των Νεμέων αγώνων είχαν αντίκτυπο και στις αθλητικές εγκαταστάσεις της Νεμέας. Έπειτα από ένα αιώνα περίπου από την καθιέρωση των τελευταίων ως μία από τις τέσσερις Πανελλήνιες αθλητικές εκδηλώσεις, η αγωνοθεσία τους πέρασε από τους κατοίκους των Κλεωνών στους Αργείους στα 460 π. Χ., οι οποίοι τους προσέδωσαν ακόμα μεγαλύτερη αίγλη. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι από τότε οι αγώνες διεξάγονταν στο Άργος, αλλά μία τέτοια εκδοχή δεν επιβεβαιώνεται από τις πηγές. Αντίθετα από τις ανασκαφικές ενδείξεις προκύπτει ότι αυτή η μεταβολή πρέπει να έγινε κάπως μεταγενέστερα, όταν καταστράφηκε ο ναός του Διός, πιθανώς στην περίοδο 415 – 410 π. Χ., ως συνέπεια μιας άγνωστης πολεμικής σύρραξης, που έλαβε χώρα στην περιοχή της Νεμέας, κατά την διάρκεια του αδελφοκτόνου Πελοποννησιακού πολέμου(29). Αυτή ήταν και η αιτία της πλήρους εγκατάλειψης του πρώιμου σταδίου. Περί το 330 – 320 π. Χ., τα Νέμεα θα επανέλθουν στην πατρογονική τους κοιτίδα, όταν και κατασκευάζεται το νεότερο στάδιο, ως μέρος της υλοποίησης μίας διεξοδικής διαδικασίας ανοικοδόμησης του κτιριακού συμπλέγματος του ιερού του Διός, πιθανότατα με την χρηματοδότηση του ίδιου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ενώ στα 315 π. Χ, αγωνοθέτης της εκδήλωσης ήταν ο ηγεμόνας της Μακεδονίας Κάσσανδρος (318 – 297 π. Χ.). Ωστόσο, η χρήση αυτής της αθλητικής εγκατάστασης περιορίστηκε σε περίπου 60 χρόνια, καθώς γύρω στο 271/270 π. Χ., η έδρα των αγώνων μετατέθηκε ξανά στο Άργος. Έκτοτε το θρησκευτικό κέντρο παρακμάζει σταδιακά και οι αθλητικές υποδομές απαξιώνονται.


Εικόνα 31: Σχεδιαστική αναπαράσταση δρομέων στην αφετηρία του Ελληνιστικού σταδίου. Διακρίνεται η διάταξη του μηχανισμού της ύσπληγας. (Πηγή σχεδίου: σύγγραμμα βιβλιογραφίας α/α 8, σελίδα 202).


Στα 235 π. Χ., ο στρατηγός της Αχαϊκής Συμπολιτείας, Άρατος ο Σικυώνιος (271 – 231 π. Χ.), ευρισκόμενος σε ρήξη με την φιλομακεδονική τυραννίδα του Άργους, θέλησε να αποκαταστήσει τα Νέμεα στο ιερό του Διός και παρεμπόδισε τους αγώνες που διεξάγονταν το ίδιο έτος από τους Αργείους(30). Κάθε αθλητής που επέμενε να συμμετάσχει στα Αργολικά Νέμεα συλλαμβάνονταν και πωλούνταν ως δούλος, κατά κατάφορη παράβαση της ισχύουσας ιερής εκεχειρίας. Αλλά αυτή η απόπειρα του Αράτου δεν ευοδώθηκε, καθώς είναι σαφές ότι το στάδιο δεν χρησιμοποιήθηκε εκείνη την εποχή, όπως εξάγεται από την αρχαιολογική έρευνα. Επίσης, εικάζεται αόριστα ότι μετέπειτα και για ένα σύντομο χρονικό διάστημα οι αγώνες διεξάγονταν εναλλάξ στην Νεμέα και στο Άργος, πριν παγιωθούν στην Αργολική πρωτεύουσα, πλην όμως μία τέτοια εκδοχή είναι μάλλον ελεγχόμενη και χρήζει περαιτέρω διερεύνησης. Στα 208 π. Χ., τα Νέμεα διενεργούνται υπό την επιστασία του Μακεδόνα βασιλιά Φίλιππου Ε’ (221 – 179 π. Χ.)(31), ενώ στα 145 π. Χ., ο Ρωμαίος ύπατος Λεύκιος Μόμμιος, που το προηγούμενο έτος είχε ισοπεδώσει την Κόρινθο, καθιερώνει οριστικά την τέλεση τους στο Άργος. Στα χρόνια του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αδριανού (117 – 138 μ. Χ.), οι αγώνες που διεξάγονταν τον Ιούλιο – Αύγουστο του πρώτου έτους μετά τα Ολύμπια μετακυλίονται στους χειμερινούς μήνες. Η δε μαρτυρία του Παυσανία περί το 155 μ. Χ., πιστοποιεί την τέλεση των χειμερινών Νεμέων από τους Αργείους. Ο διάσημος περιηγητής μνημονεύει ότι στην συγκεκριμένη εορτή διοργανώνονταν αγώνας δρόμου οπλισμένων ανδρών (οπλίτης δρόμος), αλλά παρουσιάζει τον ναό του Νεμείου Διός ως ερειπωμένο με κατεδαφισμένη την στέγη του και χωρίς να έχει διασωθεί κανένα από τα αγάλματα του(32). Η επικράτηση του Χριστιανισμού στα τέλη του 4ου αιώνα μ. Χ. σήμανε και το τέλος των Νέμεων αγώνων, αφού απαγορεύτηκαν οι αρχαιοελληνικές αθλητικές εκδηλώσεις, καθόσον ήταν συνυφασμένες με την εξοβελιστέα πατρώα εθνική θρησκεία.


Εικόνα 32: Άποψη της λίθινης αφετηρίας του Ελληνιστικού σταδίου. (1): Προεξοχές τοποθέτησης ύσπληγας, (2): Βάση πασσάλου καμπτήρα, (3): Βάθρα αγαλμάτων.


Το κύριο εορταστικό πρόγραμμα των Νεμέων, της τρίτης κατά σειρά σπουδαιότητας εορτής της «Περιόδου», φαίνεται ότι έμοιαζε περισσότερο με το τυπικό της Ολυμπίας, αλλά τα διεξαγόμενα αθλήματα φαίνεται ότι εναρμονίζονταν με εκείνα των Ισθμίων αγώνων. Το χρονικό διάστημα των εκδηλώσεων είναι άγνωστο, πλην όμως δεν πρέπει να διαρκούσαν παραπάνω από τρεις με πέντε ημέρες, σύμφωνα με τα αρχαιοελληνικά πρότυπα. Κατά την διοργάνωση τους ίσχυε αυστηρή ανακωχή μεταξύ των εμπολέμων, έτσι ώστε να διευκολυνθεί η προσέλευση των συμμετεχόντων και των πολυάριθμων επισκεπτών, που προέρχονταν από όλα τα μέρη της Ελληνικής επικράτειας και των αποικιών. Όπως στα Ίσθμια, έτσι και στα Νέμεα, είχε υιοθετηθεί μία τρίτη κατηγορία αθλητών, μεταξύ των ανδρών και των παίδων, αυτή των αγενείων (εφήβων). Η ανακάλυψη ενός βοηθητικού στίβου άσκησης για αγώνες δρόμου, ακριβώς δίπλα από το πρώιμο στάδιο, υποδηλώνει ότι οι αθλητές συγκεντρώνονταν στο ιερό της Νεμέας αρκετό καιρό πριν από την έναρξη της εκδήλωσης για να προπονηθούν. Με βάση το τελετουργικό πραγματοποιούνταν καθημερινές θυσίες στον βωμό του Διός και έπειτα άρχιζε το αγωνιστικό μέρος. Τα δε αθλήματα χωρίζονταν και σε αυτή την περίπτωση σε δύο βασικές ενότητες. Στους γυμνικούς αγώνες περιλαμβάνονταν ο δρόμος σταδίου, ο δίαυλος, ο δόλιχος, ο οπλίτης δρόμος, η πυγμή, το παγκράτιο, η πάλη και το πένταθλο. Μετά το 460 π. Χ., όταν πήραν την εποπτεία των Νεμέων οι Αργείοι, προστέθηκε ο ίππειος δρόμος(33), το παγκράτιο και το πένταθλο παίδων.


Εικόνα 33: Σχεδιαστική αναπαράσταση του θεωρείου των κριτών – Ελλανοδικών στο Ελληνιστικό στάδιο. Οι Ελλανοδίκες φορούσαν πένθιμα ενδύματα, καθόσον τα Νέμεα είχαν ιδρυθεί παραδοσιακά ως επιτάφιοι αγώνες προς τιμήν του Οφέλτη – Αρχέμορου. (Πηγή σχεδίου: σύγγραμμα βιβλιογραφίας α/α 8, σελίδα 204).


Τα αθλήματα της δεύτερης ενότητας των ιππικών αγώνων ήταν τα συνήθη, δηλαδή τέθριππό, συνωρίς ίππων και κέλης. Αυτά διεξάγονταν στον ιππόδρομο της Νεμέας, ο οποίος εκτιμάται ότι διαμορφώνονταν περίπου 60 μέτρα δυτικά από το πρώιμο στάδιο, καθώς εκεί ήρθαν στο φως ίχνη τροχών ελαφρών οχημάτων σε επάλληλες στρώσεις. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι δώδεκα Ελλανοδίκες φορούσαν πένθιμα ενδύματα, επειδή τα Νέμεα είχαν καθιερωθεί ως νεκρικοί αγώνες προς τιμήν του Οφέλτη – Αρχέμορου. Κατά την Ελληνιστική περίοδο και μάλλον μετά το 271/270 π. Χ., στο πρόγραμμα των εκδηλώσεων εντάχθηκαν και μουσικοί αγώνες(34) που τελούνταν στο θέατρο του Άργους και στους οποίους συγκαταλέγονταν το παίξιμο αυλού και κιθάρας, τραγούδι με συνοδεία λύρας, αλλά και διαγωνισμοί κηρύκων και σαλπιγκτών. Στους νικητές των Νεμέων απονέμονταν ως έπαθλο αρχικά ένα στεφάνι από κλαδιά ελιάς, το οποίο αντικαταστάθηκε μετά τους Περσικούς πολέμους προς τα μέσα του 5ου αιώνα π. Χ., με ένα στεφάνι από πλεξίδα χλωρού αγριοσέλινου(35), πού είχε επικήδειο συμβολισμό και άρμοζε με την ιδρυτική παράδοση της αθλητικής εορτής. Ο δε Νεμεονίκης απολάμβανε την ανάλογη καταξίωση και ανταμοιβή στην ιδιαίτερη πατρίδα του, όπως και οι θριαμβευτές των άλλων τριών Πανελληνίων αγώνων, ενώ πολλοί από αυτούς προσέφεραν αναθηματικές επιγραφές με το κατόρθωμα τους στον ναό του Διός. Ο δε ποιητής Πίνδαρος έχει γράψει ένδεκα «Νεμεόνικους», εξυμνώντας διαπρεπείς νικητές των αγώνων(36) .


Εικόνα 34: Άποψη της «κρυπτής εισόδου» του Ελληνιστικού σταδίου από τα ανατολικά. Κατά τον 1ο αιώνα μ. Χ., το εσωτερικό της εγκαταλειμμένης θολωτής διόδου χρησιμοποιήθηκε από έναν βοσκό ως ποιμνιοστάσιο.


Όσον αφορά την τύχη των εγκαταστάσεων του σταδίου των Ελληνιστικών χρόνων, αυτές παύουν να χρησιμοποιούνται για αγωνιστικές δραστηριότητες κατά την Ρωμαϊκή περίοδο, διατελώντας πλέον σε αχρηστία. Περί τις αρχές του 1ου αιώνα π. Χ., ένας πήλινος αγωγός ύδατος διέσχιζε κατά πλάτος τον στίβο στο μέσο του, συνεχίζοντας εντός της θολωτής διόδου. Είναι σαφές ότι αυτό το σύστημα υδροδότησης δεν είχε καμία σχέση με τις αθλητικές εορτές και εκτιμάται ότι ο σκοπός του ήταν αρδευτικός, αν και δεν είναι γνωστός ο τελικός προορισμός του νερού. Στον χώρο του σταδίου μαρτυρείται ποικίλη αγροτική δραστηριότητα κατά τον 1ο αιώνα π. Χ., τον 1ο αιώνα μ. Χ., από τον 4ο έως τον 6ο αιώνα μ. Χ. και από τον 12ο έως τον 13ο αιώνα μ. Χ.. Ειδικότερα, η θολωτή δίοδος χρησιμοποιήθηκε από έναν βοσκό ως ποιμνιοστάσιο για το κοπάδι του στον 1ο αιώνα μ Χ., όπως συμπεραίνεται από τις διακρινόμενες οπές στα τοιχώματα, τις οποίες άνοιξε για να δένει τα ζώα του. Κατά την πρώιμη Βυζαντινή περίοδο, στο εσωτερικό της «κρυπτής εισόδου» κατέφυγε για αρκετές μέρες, ένας κάτοικος της περιοχής κουβαλώντας το βαλάντιο του(37), πιθανότατα για να αποφύγει την άγρια Σλαβική εισβολή στην Πελοπόννησο στις αρχές του 585 μ. Χ.. Όμως οι βάρβαροι επιδρομείς τον ανακάλυψαν και τον φόνευσαν επί τόπου, όπως προκύπτει από την εξέταση των διαμελισμένων σκελετικών καταλοίπων του. Το δε κτίριο του αποδυτηρίου λιθολογήθηκε εκτενώς μάλλον στο ίδιο χρονικό εύρος, που καλύπτει και τους Παλαιοχριστιανικούς χρόνους (4ος – 7ος αιώνας μ. Χ.). Παρά την απερήμωση του για πολλούς αιώνες, το Ελληνιστικό στάδιο έμελλε να αποτελέσει ένα φάρο της πολιτιστικής μας κληρονομιάς στην σύγχρονη εποχή.


Εικόνα 35: Άποψη του νότιου άκρου του σταδίου με την λίθινη αφετηρία, όπως αποκαλύφθηκε κατά την ανασκαφική περίοδο του έτους 1975. (Πηγή φωτογραφίας: http://nemeangames.org).


Τα ερείπια του ιερού της Νεμέας ήταν γνωστά στους Ευρωπαίους αρχαιοδίφες ήδη από τον 18ο αιώνα και οι εντυπωσιακοί σχηματισμοί των κατεδαφισμένων σφονδύλων από τους κίονες του ναού του Διός προσέλκυαν το ενδιαφέρον των κατοπινών περιηγητών, που κατά καιρούς επισκέπτονταν την περιοχή. Στα 1884 και 1912 διενεργήθηκαν οι πρώτες οργανωμένες αρχαιολογικές έρευνες στον χώρο με μέριμνα της Γαλλικής Σχολής Αθηνών(38), η οποία παραχώρησε τα ανασκαφικά δικαιώματα στην Αμερικανική Σχολή Κλασσικών Σπουδών των Αθηνών στα 1924. Ακολούθησαν τρεις διαδοχικές ετήσιες αποστολές με μερικά αξιόλογα αποτελέσματα, ενώ σε αυτές επιβεβαιώθηκε η θέση του Ελληνιστικού σταδίου. Οι ερευνητικές εργασίες επαναλήφθηκαν μόλις στα 1962 και 1964, αλλά διακόπηκαν ξανά και η Νεμέα αφέθηκε σε σχετική απομόνωση. Ο «ακρογωνιαίος λίθος» για την ουσιαστική ανάδειξη του ιερού του Διός τέθηκε στα 1973, όταν το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Μπέρκλεϋ (Berkeley) ξεκίνησε το ανασκαφικό του πρόγραμμα, υπό την αιγίδα της Αμερικανικής Σχολής Κλασσικών Σπουδών. Βασικός συντελεστής των πολυετών ανασκαφικών εργασιών υπήρξε ο εξαίρετος καθηγητής αρχαιολογίας του υπόψη Πανεπιστημίου Stephen Miller, ο οποίος έχει ανακηρυχθεί και επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο Αμερικάνος επιστήμονας αφιέρωσε πάνω από τριάντα έτη της ακαδημαϊκής του σταδιοδρομίας στην αρχαιολογική έρευνα του ιερού της Νεμέας, αποκαλύπτοντας το λατρευτικό συγκρότημα σχεδόν στο σύνολο του. Με δική του πρωτοβουλία κατασκευάστηκε και οργανώθηκε το υφιστάμενο Αρχαιολογικό Μουσείο, διαμορφώθηκε το αρχαιολογικό πάρκο και άρχισε η αναστήλωση των κιόνων του ναού του Διός στα 1984, με χορηγίες από Αμερικάνους και Έλληνες ιδιώτες, καθώς και με την υποστήριξη διαφόρων ιδρυμάτων και οργανισμών(39).


Εικόνα 36: Ο στίβος του Ελληνιστικού σταδίου αρχίζει να διαγράφεται καθαρά κατά τις ανασκαφικές εργασίες του έτους 1976. (Πηγή φωτογραφίας: http://nemeangames.org).


Ένα από τα αρχαιολογικά επιτεύγματα του Stephen Miller ήταν η ανασκαφή και η αποκατάσταση του Ελληνιστικού σταδίου της αρχαίας Νεμέας, με τις βασικές εργασίες να διαρκούν από το 1974 έως το 1991, έχοντας την αμέριστη συμπαράσταση των τοπικών δημοτικών παραγόντων και των κατοίκων. Επρόκειτο για ένα επίπονο και πολύπλοκο εγχείρημα, καθόσον εκτός από τις απαιτούμενες υπέρογκες εκσκαφές, προκειμένου να βρεθεί το αυθεντικό δάπεδο του στίβου, ήταν αναγκαία η απαλλοτρίωση ή εξαγορά ιδιωτικών κτημάτων, που απλώνονταν πλέον στο μέρος του. Επιπλέον χρειάζονταν να αποδεσμευτούν και δημόσιες εκτάσεις, αφού από το βόρειο τμήμα της αλλοτινής αθλητικής εγκατάστασης διέρχονταν ο επαρχιακός δρόμος αρχαίες Κλεωνές – αρχαία Νεμέα, ο οποίος έπρεπε να μετατοπιστεί. Ωστόσο, ο στίβος δεν κατέστη δυνατόν να αποκατασταθεί στην αρχική του μορφή, αφού το τεχνητό χωμάτινο πλάτωμα στο βόρειο άκρο, το οποίο δεν υποστηρίζονταν από αναλημματικούς τοίχους, είχε υποστεί σημαντική διάβρωση με το πέρασμα των αιώνων και έτσι το μήκος του αναγκαστικά μειώθηκε κατά ένα τρίτο. Στην συνέχεια ο Stephen Miller προέβη σε μία ενέργεια, που θα έδινε μία αναζωογονητική πνοή στο στάδιο, έπειτα από δύο και πλέον χιλιετίες. Αφού περατώθηκε η επιθυμητή ανάπλαση του χώρου ως ξεχωριστό αρχαιολογικό πάρκο, διοργανώθηκε με μέριμνα του φιλέλληνα Αμερικάνου καθηγητή μία επίσημη τελετή εγκαινίων στις 6 Ιουνίου 1994, στο πρόγραμμα της οποίας πραγματοποιήθηκε μία υποτυπώδης διεξαγωγή των Νέμεων αγώνων στα πρότυπα της αρχαιότητας. Η ανταπόκριση του κόσμου ήταν κυριολεκτικά ενθουσιώδης και οδήγησε στην σύσταση του «Συλλόγου για την Αναβίωση των Νέμεων Αγώνων» στις 30 Δεκέμβριου του ίδιου έτους. Ο σκοπός του συλλόγου δεν άργησε να υλοποιηθεί και την 1 Ιουνίου 1996 επιτελέστηκαν τα πρώτα σύγχρονα Νέμεα στο Ελληνιστικό στάδιο, που στέφθηκαν με εξαιρετική επιτυχία και καθορίστηκε η διεξαγωγή τους ανά τέσσερα χρόνια. Έκτοτε η αναβίωση της αρχαίας αθλητικής εκδήλωσης έγινε δημοφιλής και διεθνής θεσμός, στον οποίο συμμετέχουν εκατοντάδες άτομα από διάφορα κράτη όλων των ηλικιών και των δύο φύλων, ως αθλητές, Ελλανοδίκες και απλοί λειτουργοί των αγώνων, ενώ συρρέει πλήθος θεατών με τις οικογένειες τους, φανερώνοντας με τον καλύτερο τρόπο ότι το αρχαίο Ελληνικό πνεύμα παραμένει πραγματικά αθάνατο. Εκτός από τα αγωνίσματα δίνονται και παραστάσεις θεάτρου, μουσικής και χορού. Τα επόμενα σύγχρονα Νέμεα αναμένεται να διοργανωθούν για έβδομη φορά τον Ιούνιο του 2020.


Εικόνα 37: Αγώνας δρόμου στο στάδιο κατά την διεξαγωγή των σύγχρονων Νεμέων αγώνων. (Πηγή φωτογραφίας: http://nemeangames.org).


Τα ιερά του Ποσειδώνος στην Ισθμία και του Διός στην Νεμέα υπήρξαν δύο σημαίνοντες πυλώνες του αρχαιοελληνικού πολιτισμού. Στις υποδομές αυτών των θρησκευτικών κέντρων διεξάγονταν δύο από τους τέσσερις Πανελλήνιους αγώνες, όπου παρουσιάζονταν το επιστέγασμα της σωματικής αγωγής των αθλητών και εξυψώνονταν η θεμελιώδης αξία της ευκλεούς αριστείας. Παράλληλα εκφράζονταν η προαιώνια ενότητα του Ελληνικού έθνους, ανεξάρτητα από τις ιδιοτελείς διαμάχες μεταξύ των πόλεων – κρατών, οι οποίες παραμερίζονταν κατά την διάρκεια των εκδηλώσεων, λόγω της επιβαλλόμενης ιεράς εκεχειρίας. Η αποκατάσταση του Ελληνιστικού σταδίου της Νεμέας και η αναβίωση των Νέμεων αγώνων, μας δείχνουν την ενδεικνυόμενη κατεύθυνση ως προς την ορθή διαχείριση των αντίστοιχων αρχαίων αθλητικών εγκαταστάσεων της Ελλάδας, μέσω της οποίας αυτά τα ανεπανάληπτα μνημεία μπορούν να αποκτήσουν παγκόσμια ακτινοβολία. Υπό αυτό το πρίσμα, θα ήταν ευχής έργο να προσδίδονταν η ανάλογη βαρύτητα σε μία μελλοντική ανασκαφή και ανάπλαση του σταδίου της Ισθμίας, λαμβάνοντας υπόψη ότι τα λίθινα λειτουργικά μέρη του στίβου του διατηρούνται σχεδόν σε άριστη κατάσταση και με την προσδοκία ενός υλοποιήσιμου σχεδιασμού για την ανασύσταση των Ίσθμιων αγώνων.

Στο προσεχές τρίτο μέρος της περιήγησης μας σε αρχαίους χώρους όπου τελούνταν θεατρικά και αθλητικά δρώμενα, θα μεταβούμε στην Σικυώνα και στην Στύμφαλο, καθώς και σε άλλες αρχαίες πόλης της σύγχρονης Κορινθιακής περιφέρειας.


Κείμενο – Επιλογή φωτογραφιών:
Συνταγματάρχης (ΤΘ) ε. α.
Γεώργιος Λόης/Facebook.com
e-mail: georgioslois1969@gmail.com
24 Μαρτίου 2017


Εικόνα 38: Αναπαράσταση του μηχανισμού της ύσπληγας προσαρμοσμένου επί της προεξοχής της αφετηρίας του σταδίου της αρχαίας Νεμέας. (Πηγή φωτογραφίας: http://nemeangames.org).


Επεξηγηματικές Σημειώσεις – Παραπομπές
1. Η Ινώ ήταν κόρη του βασιλιά των Θηβών Κάδμου και της Αρμονίας. Αναφέρεται ως σύζυγος του Αθάμαντα, του βασιλιά των Μινύων του Ορχομενού, με τον οποίο είχε αποκτήσει τον Λέαρχο και τον Μελικέρτη. Η Ινώ εξύφανε μία θανατηφόρα δολοπλοκία εις βάρος των θετών παιδιών της, του Φρίξου και της Έλλης, τέκνων του Αθάμαντα και της πρώτης συζύγου του Νεφέλης, αλλά έγινε αντιληπτή από τον βασιλιά, οποίος σε μία κρίση αλλοφροσύνης σκότωσε τον Λέαρχο και την κατεδίωξε. Εκείνη πάνω στην απελπισία της έπεσε από ένα βράχο στην θάλασσα του Σαρωνικού κόλπου μαζί με τον άλλο της γιό, ενώ αργότερα θεοποιήθηκαν και οι δύο λαμβάνοντας τα ονόματα Λευκοθέα και Παλαίμονας.

2. Άλλα δύο παράπλευρα τεχνητά σπήλαια, αντίστοιχα με αυτά του αρχαίου θεάτρου και με παρόμοια εσωτερική διαρρύθμιση, εντοπίστηκαν στην βορειοανατολική γωνία του πλατώματος του ιερού του Ποσειδώνα και είχαν τον ίδιο τελετουργικό σκοπό. Όλες οι σπηλαιώδεις κοιλότητες του ιερού της Ισθμίας εγκαταλείφθηκαν στα τέλη του 4ου αιώνα π. Χ..

3. Σε αρκετές σύγχρονες πηγές παρουσιάζονται διάφορες χρονολογικές εκδοχές για την περιοδεία του Νέρωνα στην Ελλάδα, προκειμένου να συμμετάσχει σε αθλητικές και μουσικές διοργανώσεις, και η οποία έγινε μεταξύ του 64 μ. Χ. που κατηγορήθηκε ότι πυρπόλησε την Ρώμη και του 68 π. Χ. που πέθανε. Εφόσον γνωρίζουμε ότι ο Ρωμαίος αυτοκράτορας έλαβε μέρος στην 211η Ολυμπιάδα που πραγματοποιήθηκε επιβεβαιωμένα το 65 π. Χ., και θεωρώντας ότι δεν πρόλαβε τους Ισθμιακούς αγώνες εκείνου του έτους, τότε θα πρέπει να συμμετείχε στους επόμενους, που διεξήχθησαν μετά από δύο χρόνια, δηλαδή το 67 μ. Χ.. Όμως, όπως γίνεται κατανοητό, είτε ο Νέρωνας παρέμεινε στην Ελλάδα επί διετία, είτε ταξίδευε περιστασιακά σε κάθε διοργάνωση.

4. Παυσανία, «Ελλάδος Περιήγησις», βιβλίο ΙΙ, «Κορινθιακά», κεφάλαιο 1, εδάφιο 7.

5. Σε ποικίλες πηγές παρατίθεται εσφαλμένα ότι η διίσθμια οχύρωση του Εξαμίλιου τείχους κατασκευάστηκε από τον Ιουστινιανό Α’ (527 – 565) και αποκαλείται ως «Ιουστινιάνειο». Όμως, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αρχαιολόγων, η ανέγερση του γιγαντιαίου αμυντικού έργου μήκους 8 χιλιομέτρων έγινε πρωτύτερα και στις αρχές του 5ου αιώνα μ Χ., ενώ ο Βυζαντινός αυτοκράτορας προέβη σε εκτεταμένη ανακατασκευή του, που ισχυροποίησε το τείχος.

6. Ο επικρατέστερος υπολογισμός του σταδίου ως μονάδας μήκους είναι αυτός που αναφέρει ο Ηρόδοτος («Ιστορίαι», Β’, 149) και αντιστοιχεί σε περίπου 185, 15 μέτρα.

7. Στην περιγραφή αρχαίων σταδίων σε αρκετές πηγές, κυρίως του διαδικτύου, οι λίθινες αυλακώσεις αναφέρονται εσφαλμένα σαν σύστημα απαγωγής όμβριων υδάτων. Όμως όπως τεκμηριώθηκε από στην αρχαιολογική έρευνα στο στάδιο της αρχαίας Νεμέας σε αυτές διοχετεύονταν νερό και δεν λειτουργούσαν αποστραγγιστικά.

8. Από την μαρτυρία του Λατίνου συγγραφέα Γάϊου Ιούλιου Σόλινου («Θαύματα του Κόσμου», 7.14), εξάγεται πως οι Ισθμιακοί αγώνες συστήθηκαν μετά την 49η Ολυμπιάδα, η οποία διεξήχθη στα 584 π. Χ. και εντός του χρονικού κύκλου αυτής. Άρα θα πρέπει να διοργανώθηκαν έπειτα από την παρέλευση δύο ετών, δηλαδή στα 582 π. Χ., λαμβάνοντας υπόψη ότι η περιοδικότητα των Ισθμίων ήταν ανά δύο έτη από εκάστη Ολυμπιάδα.

9. Σύμφωνα με την αρχαιολόγο Elizabeth R. Gebhard, ο συγκεκριμένος τριγωνικός μηχανισμός ενδεχομένως ήταν ένα βραχύβιο πείραμα και πρέπει να χρησιμοποιούνταν στον δίαυλο (αγώνας δρόμου δύο σταδίων) ή στον δόλιχο (αγώνας δρόμου 24 σταδίων), όπου οι δρομείς τερμάτιζαν στο σημείο από το οποίο είχαν ξεκινήσει. Επίσης, η ίδια υποστηρίζει ότι η γραμμή άφεσης για τον αγώνα δρόμου ενός σταδίου πρέπει να βρίσκονταν στο ανατολικό άκρο της πρώιμης αθλητικής εγκατάστασης της Ισθμίας, ώστε ο νικητής να τερματίζει βλέποντας τον ναό του Ποσειδώνος.

10. Η ύπαρξη του μεταγενέστερου σταδίου είχε επισημανθεί από την έναρξη της συστηματικής αρχαιολογικής έρευνας στον χώρο του ιερού του Ποσειδώνος στα 1952.

11. Κοντά στην σφενδόνη του σταδίου οι επιχωματώσεις φθάνουν σε βάθος 6 – 7 μέτρων.

12. Δεν έχει γίνει ακόμα κάποια δυνητική εκτίμηση για την χωρητικότητα του μεταγενέστερου σταδίου, όπως εξάλλου και για το προκάτοχο του. Πάντως, είναι βέβαιο ότι οι Ισθμιακοί αγώνες προσέλκυαν χιλιάδες θεατών από την Ελληνική περιφέρεια.

13. Αποστόλου Παύλου, «Α’ προς Κορινθίους» επιστολή, κεφάλαιο Θ’, εδάφια 24 – 27, («οὐκ οἴδατε ὅτι οἱ ἐν σταδίῳ τρέχοντες πάντες μὲν τρέχουσιν, εἷς δὲ λαμβάνει τὸ βραβεῖον……………..»).

14. Παυσανία, «Ελλάδος Περιήγησις», βιβλίο ΙΙ, «Κορινθιακά», κεφάλαιο 1, εδάφιο 7.

15. William Miller, «The Latins in the Levant. A history of Frankish Greece (1204 – 1566», p. 203, ed. John Murray, London, 1908.

16. Τα Πύθια διεξάγονταν ανά τετραετία, μετά την παρέλευση δύο ετών από κάθε Ολυμπιάδα, ενώ όσον αφορά την τέλεση των Νέμεων θα αναφερθούμε στην συνέχεια του παρόντος άρθρου.

17. Θουκυδίδη, «Ιστορίαι (Πελοποννησιακός Πόλεμος)», βιβλίο Η’, κεφάλαιο 10.

18. Ξενοφώντα, «Ελληνικά», βιβλίο Δ’, κεφάλαιο 5.

19. Το τέθριππο ήταν ξύλινο δίτροχο άρμα που το έσερναν τέσσερα άλογα, ενώ το αντίστοιχο όχημα της συνωρίδας το τραβούσαν δύο άλογα. Ο κέλης ήταν αγώνισμα απλών ιππέων.

20. Πλούταρχου, «Βίοι Παράλληλοι», «Σόλων», κεφάλαιο 23.

21. Ο Πίνδαρος έγραψε ανάλογες ωδές για νικητές και των άλλων τριών Πανελλήνιων αγώνων, που διεξήχθησαν την εποχή του, οι οποίες τιτλοφορούνται «Ολυμπιόνικοι», «Πυθιόνικοι» και Νεμεόνικοι, Στους βραβευθέντες αθλητές αυτών των μεγάλων διοργανώσεων επιφυλάσσονταν η ίδια πανηγυρική αναγνώριση όταν επέστρεφαν στον τόπο καταγωγής τους, όπως και με τους θριαμβευτές των Ισθμίων.

22. Πολύβιος, «Ιστορίαι», βιβλίο 2, κεφάλαιο 12.8.

23. Πλούταρχου, «Ηθικά», βιβλίο VIII, «Συμποσιακά (Quaestiones convivales)», 675b7–10 5.2. Στο συγκεκριμένο εδάφιο γίνεται λόγος για μία γυναίκα με το όνομα Αριστομάχη, η οποία νίκησε στον διαγωνισμό ποίησης των Ισθμίων την εποχή του αρχαίου Έλληνα ιστοριογράφου, δηλαδή περί τα τέλη 1ου/αρχές 2ου αιώνα μ. Χ..

24. Σε μία παραλλαγή του μύθου παρατίθεται ότι μητέρα του Οφέλτη ήταν η Νεμέα, που φέρονταν ως κόρη του Δία και της Σεμέλης. Στον αντίποδα, ο Παυσανίας αφηγείται πως λέγανε ότι το όνομα της περιοχής δόθηκε από την Νέμεα, η οποία όμως θεωρούνταν μία από τις κόρες του ποτάμιου θεού Ασωπού («Κορινθιακά», κεφάλαιο 15, εδάφια 2 και 3).

25. Το μήκος του στίβου προσμετρώνταν και εδώ στους 600 πόδες, αλλά ο «πους» στην Νεμέα ισοδυναμούσε με 0,2965 μέτρα, όπως και στους Δελφούς, που αναλογικά μας δίνει το μέγεθος των 178 μέτρων. Το χώμα του αγωνιστικού χώρου είναι αργιλώδες, γκριζοπράσινου χρώματος εκσκαφής, το οποίο προσλαμβάνει μία κιτρινόλευκη απόχρωση μετά την ξήρανση του από τον ήλιο.

26. Αναπαράσταση της ύσπληγας του Ελληνιστικού σταδίου της αρχαίας Νεμέας παρουσιάζεται στην εικόνα 39 στο τέλος του κυρίως κειμένου του παρόντος άρθρου.

27. Ανάλογο σύστημα ύδρευσης διέθετε και το μεταγενέστερο στάδιο της αρχαίας Ισθμίας, το οποίο δεν έχει ακόμα αποκαλυφθεί όπως επισημάνθηκε παραπάνω, αν και διατηρείται σε εξαιρετική κατάσταση κάτω από ένα παχύ στρώμα επιχωμάτωσης.

28. Στους αγώνες της αρχαίας Ελλάδας επιβραβεύονταν μόνο εκείνος που έρχονταν πρώτος στο αγώνισμα του και δεν αναγνωρίζονταν δεύτερος και τρίτος νικητής. Όλες οι υπόλοιπες θέσεις είχαν απλώς αξία συμμετοχής.

29. Αν και κανένας αρχαίος συγγραφέας δεν μνημονεύει μία μάχη στη Νεμέα, εντούτοις ο Θουκυδίδης αναφέρει εκτεταμένους στρατιωτικούς ελιγμούς στην τοποθεσία και στα περίχωρα της στα 419/418 π. Χ. και στα 415/414 π. Χ.. [«Ιστορίαι (Πελοποννησιακός Πόλεμος)», βιβλίο Ε’, κεφάλαια 58 – 60 και βιβλίο ΣΤ, κεφάλαιο 95].

30. Πλούταρχου, «Βίοι Παράλληλοι», «Άρατος», κεφάλαιο 28.

31. Πολύβιου, «Ιστορίαι», βιβλίο 10, κεφάλαιο 26.

32. Παυσανία, «Ελλάδος Περιήγησις», βιβλίο ΙΙ, «Κορινθιακά», κεφάλαιο 15, εδάφια 2 και 3.

33. Φιλόστρατου, «Γυμναστικός» λόγος, 7.

34. Πλούταρχου, «Βίοι Παράλληλοι», «Φιλοποίμην», κεφάλαιο 2. Κατά μία ελεγχόμενη πληροφορία, στους μουσικούς αγώνες των Νεμέων επιτράπηκε και η συμμετοχή γυναικών από τον 1ο αιώνα μ. Χ..

35. Πλούταρχου, «Βίοι Παράλληλοι», «Τιμολέων», κεφάλαιο 26.

36. Σύμφωνα με τον σχολιαστή του Πίνδαρου, αθλητικοί αγώνες με την επωνυμία «Νέμεα» διεξάγονταν στα Μέγαρα και στην Αίτνα της Σικελίας, αλλά και στην Αγχίαλο της Θράκης, όπως εικάζεται από ένα νόμισμα του Ρωμαίου αυτοκράτορα Καρακάλλα (198 – 217 μ. Χ.).

37. Εκείνη την εποχή τα άκρα της θολωτής διόδου είχαν επιχωματωθεί, αλλά στο μέσο του εσωτερικού της διατηρούνταν ένας ελεύθερος χώρος με ύψος μεγαλύτερο του ενός μέτρου. Η είσοδος σε αυτόν ήταν εφικτή από ένα άνοιγμα στην οροφή, το οποίο προέκυψε από την μετακίνηση δύο σφηνόλιθων. Τα νομίσματα που βρέθηκαν κοντά στα οστά του σκοτωμένου κατόχου τους ανάγονται από το 539/540 έως το 576/577 μ. Χ..

38. Μία πρωταρχική και πολύ περιορισμένη αρχαιολογική επισκόπηση του ναού του Διός διενεργήθηκε από μία ομάδα ερευνητών στα 1766, υπό την πατρωνία της «Εταιρείας των Dilettanti» του Λονδίνου, ενός Βρετανικού συλλόγου που είχε ιδρυθεί από διανοούμενους με σκοπό την μελέτη της Ελληνικής και Ρωμαϊκής αρχαιότητας.

39. Για την ανεκτίμητη προσφορά του στον αρχαιολογικό χώρο του ιερού της Νεμέας, ο Stephen Miller τιμήθηκε από την Προεδρία της Ελληνικής Δημοκρατίας με το διάσημο του Ταξιάρχη του Τάγματος της Τιμής και πολιτογραφήθηκε Έλληνας υπήκοος το 2005, έτος κατά το οποίο συνταξιοδοτήθηκε.

Ενδεικτική Βιβλιογραφία – Πηγές Διαδικτύου
1. «Ισθμία», άρθρο του Βασιλείου Τασίνου στο συλλογικό έργο «Αρχαία Κορινθία»: Από τους προϊστορικούς χρόνους έως το τέλος της αρχαιότητας», σελίδες 13 – 29, εκδόσεις του Φοίνικα, Αθήνα, 2013.

2. Αρχαιολογικόν Δελτίον, τόμος 16 (1960), Κείμενον, σελ. 85 – 89, (The Isthmian Sanctuary, Oscar Broneer,), Αθήνα, 1962.

3. Αρχαιολογικόν Δελτίον, τόμος 17 (1961/62), Μέρος Β’ – Χρονικά, σελ. 63 – 64, (Discoveries at Isthmia, Oscar Broneer, 1961), Αθήνα, 1963.

4. Αρχαιολογικόν Δελτίον, τόμος 18 (1963), Μέρος Β1’ – Χρονικά, σελ. 80 – 81, (Excavations at Isthmia, Oscar Broneer, 1962), Αθήνα, 1965.

5. The Theater at Isthmia, Elizabeth R. Gebhard, published by University of Chicago Press, Chicago, 1973.

6. «The Apostle Paul and the Isthmian Games», Oscar Broneer, The Biblical Archaeologist, Vol. 25, No. 1, pp. 1 – 31, The American Schools of Oriental Research, 1962.

7. «Νεμέα», άρθρο της Χριστίνας Πιπίλου στο συλλογικό έργο «Αρχαία Κορινθία: Από τους προϊστορικούς χρόνους έως το τέλος της αρχαιότητας», σελίδες 99 – 103, εκδόσεις του Φοίνικα, Αθήνα, 2013.

8. «Νεμέα: Μουσείο και Αρχαιολογικός Χώρος (σελίδες 191 – 214)», Stephen Miller, Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων, Αθήνα, 2005.

9. «Νεμέα – Η Κρυπτή Είσοδος», Stephen Miller, εκτύπωση: «Καταγράμμα», (2η έκδοση), Κιάτο, 2013.

10. «Οι Πανελλήνιοι Αγώνες στην αρχαιότητα», συλλογικό αφιέρωμα στο ένθετο «Επτά Ημέρες» της εφημερίδας «Η Καθημερινή», Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2001.

11. http://www.diazoma.gr/Θέατρο αρχαίας Ισθμίας.

12. http://art-hellas.blogspot.gr/Αρχαίο θέατρο Ισθμία Κορινθίας.

13. https://lucian.uchicago.edu/blogs/isthmia.

14. http://odysseus.culture.gr/Στάδιο Νεμέας.

15. https://www.revolvy.com/topic/Isthmian Games.

16. https://argolikivivliothiki.gr/Νέμεα ή Νέμεια, άρθρο της φιλόλογου Ελένης Μουζακιώτη, 19 Ιουνίου 2011.

17. http://nemeangames.org/Ιστοσελίδα του «Συλλόγου για την Αναβίωση των Νεμέων αγώνων».

18. http://www.opheltes.gr/ Σωματείο «Οφέλτης - Ο Φίλος της Νεμέας».


Επιπλέον Φωτογραφικό Υλικό

Εικόνα 39: Άποψη του κοίλου του θεάτρου της αρχαίας Ισθμίας. Με κόκκινο βέλος υποδεικνύεται η θέση των δύο τεχνητών θαλαμωτών σπηλαιώσεων, που πιστεύεται ότι είχαν λατρευτικό σκοπό, αλλά δεν σχετίζονταν με τα υποκριτικά δρώμενα. (Πηγή φωτογραφίας: http://www.diazoma.gr).


Εικόνα 40: Σχεδιάγραμμα της κάτοψης του θεάτρου της αρχαίας Ισθμίας. (Πηγή φωτογραφίας: http://www.diazoma.gr).


Εικόνα 41: Άποψη του διατηρούμενου τμήματος της αφετηρίας του πρώιμου σταδίου της αρχαίας Ισθμίας, όπου ήταν τοποθετημένος ο μηχανισμός ταυτόχρονης άφεσης των δρομέων, η αποκαλούμενη ύσπληγα.


Εικόνα 42: Άποψη της νοτιοανατολικής πλευράς (κερκίδας) του μεταγενέστερου σταδίου της αρχαίας Ισθμίας. Εκτιμάται ότι το στάδιο δύναται να αποκατασταθεί σε ικανοποιητικό βαθμό, καθόσον τα λίθινα μέρη του στίβου του διατηρούνται σε εξαιρετική κατάσταση κάτω από το παχύ στρώμα των επιχωματώσεων.


Εικόνα 43: Δορυφορική αποτύπωση της τοποθεσίας του αρχαιολογικού χώρου της Ισθμίας, όπου επισημαίνονται τα κυριότερα αρχαία μνημεία. (1): Θέατρο, (2): Πρώιμο στάδιο (διασώζεται μόνο το βορειοδυτικό άκρο του κοντά στον ναό), (3): Μεταγενέστερο στάδιο, (4): Ναός του Ποσειδώνα, (5): Παλαιμόνιο, (6): Ρωμαϊκό λουτρό.


Εικόνα 44: Πανοραμική άποψη του Ελληνιστικού σταδίου της αρχαίας Νεμέας. (Πηγή φωτογραφίας: https://el.wikipedia.org/Νεμέα).


Εικόνα 45: Αεροφωτογραφία του σταδίου της αρχαίας Νεμέας στα 1984, όταν από το βόρειο άκρο του διέρχονταν ο επαρχιακός δρόμος αρχαίων Κλεωνών – αρχαίας Νεμέας. (Πηγή φωτογραφίας: http://nemeangames.org).


Εικόνα 46: Άποψη των καταλοίπων του αποδυτηρίου του σταδίου της αρχαίας Νεμέας από τα νότια. Διακρίνονται οι αναστηλωμένοι κίονες του περιστυλίου της αυλής.


Εικόνα 47: Άποψη του εσωτερικού της «κρυπτής εισόδου» του σταδίου της αρχαίας Νεμέας. Στους δόμους της θολωτής διόδου διακρίνονται χαραγμένες επιγραφές, που η πλειονότητα τους εκτιμάται ότι έγινε από αθλητές, κατά την διάρκεια της παραμονής τους εκεί πριν εισέλθουν στον στίβο για να αγωνιστούν.


Δημοσίευση: Μαρτίου 24, 2017

0 Σχόλια για την ανάρτηση: "ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΑΤΡΑ ΚΑΙ ΣΤΑΔΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ (ΜΕΡΟΣ Β’)"

Όποιος πιστεύει ότι θίγεται από κάποια ανάρτηση ή θέλει να απαντήσει αρκεί ένα απλό mail στο parakato.blog@gmail.com να μας στείλει την άποψή του για δημοσίευση ή επανόρθωση. Οι αναρτήσεις αφορούν αποκλειστικά πρόσωπα και καταστάσεις με δημόσιο χαρακτήρα και δεν αναφέρονται στην προσωπική ζωή κανενός που σεβόμαστε απολύτως. Δεν έχουμε προηγούμενα με κανέναν, δεν κρατάμε επόμενα για κανέναν.

Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.

Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.

 
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ Copyright © 2010 | ΟΡΟΙ ΧΡΗΣΗΣ | ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ | Converted by: Parakato administrator