Μπορεί η συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού με τον Τούρκο πρόεδρο, στη Νέα Υόρκη να χαρακτηρίστηκε από την ελληνική πλευρά ως ενθαρρυντική, το σίγουρο είναι ότι «το έργο το έχουμε ξαναδεί». Και βέβαια δεν μιλάμε για τα ζεϊμπέκικα ή τις κουμπαριές… Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να δούμε τα πράγματα όσο γίνεται πιο ψύχραιμα. Είναι γεγονός ότι η γείτων και σύμμαχος (μην το ξεχνάμε!) Τουρκία, έχει μια ιδιαίτερα επιθετική στάση τα 3 τελευταία χρόνια. Όχι βέβαια πως πριν δεν είχε. Κάθε άλλο! Απλώς τώρα ο Ερντογάν και οι υποτακτικοί του έχουν γίνει πολύ πιο επιθετικοί σε πάρα πολλές περιπτώσεις. Το ζήτημα είναι αν αυτή η επιθετικότητα, που βεβαίως ένας από τους στόχους της είναι η Ελλάδα, μπορεί να εξελιχθεί σε κάτι χειρότερο. Σε πολεμική σύγκρουση. Για μην μασάμε τα λόγια μας. Επειδή με τέτοια θέματα δεν παίζουμε, καλό είναι πριν αποφανθούμε, να τα μελετάμε.
Του Ηλία Νταλούμη
Ξεκινώντας θα πρέπει να πούμε ότι μπορεί το ποσοστό να εξελιχθούν κάποιες αντιπαραθέσεις σε πολεμικές ενέργειες, μεταξύ κρατών που ανήκουν στον πάλαι ποτέ Δυτικό κόσμο, να είναι από ελάχιστο, σίγουρα πάντως δεν είναι μηδενικό. Και μπορεί η Τουρκία τα τελευταία χρόνια να απομακρύνεται από την Δύση, σίγουρα όμως δεν έχει αποκοπεί απ’ αυτή. Μπορεί τα ιδεώδη, της ηγεσίας της τουλάχιστον, να είναι καθαρά ισλαμιστικά, όμως οι οικονομικοί της δεσμοί με τη Δύση είναι ισχυρότατοι και πολύ δύσκολα μπορούν να διαρραγούν.
Και αυτούς ακριβώς τους δεσμούς τους έχει μεγάλη – ζωτική θα λέγαμε – ανάγκη η Τουρκία. Γιατί η Τουρκία έχει μεν τις ίδιες θρησκευτικές πεποιθήσεις με το Ιράν και τους Άραβες, σίγουρα όμως εισοδηματικά δεν έχει καμία σχέση με αυτούς. Έτσι λοιπόν ο Ερντογάν κάνει τη στροφή προς τον τρόπο ζωής των ομοδόξων του και ταυτόχρονα προσπαθεί να βρει πρόσβαση σε αντίστοιχες με αυτούς πλουτοπαραγωγικές πηγές.
Εδώ ακριβώς έχουμε μια από την κορυφαία επιθετική ενέργεια της Τουρκίας, που στέλνει ερευνητικά πλοία και γεωτρύπανα πέριξ της Κύπρου, προκειμένου να βρει πετρέλαιο και φυσικό αέριο, κάτι που θα της δώσει εκτός από χρήμα και τη δυνατότητα να «μπει δυνατά» στο γεωπολιτικό παιχνίδι, τουλάχιστον στην Ανατολική Μεσόγειο. Επί του θέματος η αντίδραση της Κύπρου ήταν άμεση και αποτελεσματική.
Τα εντάλματα σύλληψης που εξέδωσε ή απείλησε ότι θα εκδόσει κατά των μη τουρκικής εθνικότητας εταιρειών και των ατόμων που επέβαιναν στα πλοία, έδρασε καταλυτικά. Όλες και όλοι αποχώρησαν! Και καθώς ο Ερντογάν μπορεί να ξόδεψε πολλά για την αγορά των ειδικών πλοίων, δεν είχε το όμως καθόλου επιστημονικό και γενικά εξειδικευμένο προσωπικό, που απαιτείται για τέτοιες έρευνες, το μόνο που απέμεινε να κάνουν αυτά τα πλοία είναι να κόβουν βόλτες στην περιοχή προφασιζόμενα ότι κάνουν έρευνες και γεωτρήσεις. Βεβαίως εκδίδει και θα συνεχίσει να εκδίδει NAVTEX, η αξία όμως των οποίων είναι πρακτικά ανύπαρκτη.
Θα πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι τουλάχιστον έως τώρα, οι τουρκικές δραστηριότητες γίνονται κυρίως σε περιοχές της κυπριακής ΑΟΖ. Και ο λόγος είναι πολύ απλός. Η Κύπρος δεν διαθέτει τα μέσα δηλαδή πολεμικά πλοία, να παρέμβει σε αυτές. Γιατί – να λέμε και τα λάθη της δικιάς μας πλευράς – η τελευταία περίοδος που η Κύπρος προχώρησε σε σοβαρά εξοπλιστικά προγράμματα ήταν αυτή της προεδρίας του Γιώργου Βασιλείου δηλαδή από το 1988 έως το 1993. Και όπως λέει η παροιμία «όποιος δεν έχει νύχια να ξυστεί…».
Όχι βέβαια ότι πολεμικό πλοίο της Κύπρου θα χτυπούσε τουρκικά. Όσο ισχυρό και να γίνει το Κυπριακό Ναυτικό δε μπορεί να συγκριθεί σε μέγεθος με το Τουρκικό. Όμως σίγουρα η Τουρκία θα σκεφτόταν και δεύτερη φορά οποιαδήποτε ενέργεια σε κυπριακές περιοχές. Τα λάθη όμως της κυπριακής πλευράς δεν περιορίζονται στην ανυπαρξία εξοπλισμών.
Η Κύπρος θα μπορούσε να προχωρήσει σε συμμαχία με το Ισραήλ, τον μεγάλο εχθρό της Τουρκίας στην περιοχή, προκειμένου αυτό να αναλάβει κάποιες μορφές υπεράσπισης των κοινών ενεργειακών τους συμφερόντων. Στο ίδιο ζήτημα πάντως η Κύπρος έχει την υποστήριξη της ΕΕ, με αυτήν της Γαλλίας να είναι πιο ενεργή.
Αυτό συμβαίνει αφενός επειδή τα ενεργειακά κοιτάσματα που υπάρχουν στην κυπριακή ΑΟΖ μαζί με αυτά του Ισραήλ και της Αιγύπτου συμβάλλουν σημαντικά στην ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία και αφετέρου επειδή ευρωπαϊκές κυρίως εταιρίες έχουν εμπλακεί στην ανακάλυψη και εξόρυξη. Επομένως η Τουρκία βρίσκεται σε αντίθεση με την ΕΕ.
Ως προς τις ΗΠΑ, οι πάντες γνωρίζουμε τις διαφορές που υπάρχουν. Κορυφαία αυτή με τους S-400 και τα F-35. Στην Ελλάδα δεν έχουμε συνειδητοποιήσει πόσο σημαντική ήταν η απόφαση των ΗΠΑ να διακόψουν τη συνεργασία σε ένα τέτοιο αμυντικό πρόγραμμα όπως τα F-35.
Μέχρι πριν λίγα χρόνια η Τουρκία ήταν το κακομαθημένο μεν, αγαπημένο δε, παιδί των ΗΠΑ στα ανατολικά σύνορα του ΝΑΤΟ. Η υπερφίαλη όμως συμπεριφορά του Ερντογάν, που πιστεύει στην ανασύσταση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (ξεχνώντας ότι αυτή ακριβώς ήταν ο «Μεγάλος Ασθενής») τους έχει εξοργίσει.
Η μία αιτία είναι η παραγγελία και παραλαβή των S-400. Η οποία, αν ήταν η μοναδική ίσως κάπου «να τα έβρισκαν». Η άλλη όμως είναι πολύ πιο σημαντική και προβλέπεται να έχει μεγάλη διάρκεια. Γιατί είναι αυτή που πονάει την Τουρκία. Το όνομά της: Κουρδικό!
Οι Αμερικανοί ιθύνοντες μετά από αρκετά χρόνια διαπίστωσαν ότι οι μόνοι που κατάφεραν να νικήσουν τους ισλαμιστές στη Μέση Ανατολή, είναι οι Κούρδοι. Τόσο αυτοί του Ιράκ όσο και αυτοί της Συρίας. Ιδιαίτερα στην Β. Συρία η συνεργασία των αμερικανικών δυνάμεων με τους εκεί Κούρδους ήταν άκρως αποτελεσματική. Είναι επομένως απολύτως φυσικό να τους βοηθούν υλικά καθώς οι Κούρδοι νικούν τόσο τους υποστηριζόμενους από τους Ρώσους, στρατιώτες του Άσαντ όσο και τους ισλαμιστές.
Οι συγκρούσεις όμως στη Β. Συρία έχουν ξυπνήσει τα οθωμανικά όνειρα του Ερντογάν, με αποτέλεσμα να έχει εμπλακεί εκεί σημαντικό τμήμα των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων. Το χειρότερο είναι ότι αυτή η εμπλοκή δεν έχει αποφέρει κάποιο θετικό αποτέλεσμα, ενώ κάτι τέτοιο δεν φαίνεται καθόλου πιθανό.
Επιπλέον είναι το κύριο σημείο αντιπαράθεσης τόσο με τις ΗΠΑ όσο και με τη Ρωσία! Ο Ερντογάν από την άλλη φαίνεται να το βρίσκει αυτό απολύτως φυσιολογικό καθώς πιστεύει ότι είναι η αναδυόμενη τοπική μεγάλη δύναμη, την οποία πολεμούν οι άλλες μεγάλες δυνάμεις του κόσμου.
Ένα άλλο σημείο στο οποίο η Τουρκία αντιμετωπίζει σοβαρότατο πρόβλημα είναι στο εσωτερικό των Ενόπλων Δυνάμεων. Η απόπειρα πραξικοπήματος το 2016 είχε ως αποτέλεσμα να αποψιλωθούν αυτές από ένα σημαντικό ποσοστό έμπειρων στελεχών.
Αυτό σημαίνει ότι ο Στρατός το Ναυτικό και η Αεροπορία δεν είναι τόσο αποτελεσματικοί όσο ήταν πριν. Ιδιαίτερα στην Αεροπορία ένα καθόλου αμελητέο ποσοστό έμπειρων χειριστών μαχητικών F-16 οδηγήθηκε στη φυλακή και την αποστρατεία επειδή θεωρήθηκαν οπαδοί του Γκιουλέν.
Τρίτο στοιχείο αλλά σίγουρα όχι τελευταίο, είναι η κατάσταση της τουρκικής οικονομίας. Ενώ πριν 10-15 χρόνια η Τουρκία γνώριζε μια οικονομική άνθηση και ανάπτυξη, από τις υψηλότερες στον κόσμο, τα τελευταία χρόνια η πορεία της είναι εντελώς αντίστροφη. Μία από τις αιτίες είναι και η εξωτερική πολιτική του Ερντογάν.
Επενδύσεις από το εξωτερικό δεν γίνονται, η τουρκική λίρα συνεχώς υποτιμάται, ενώ οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Συρία τραβούν όλο και περισσότερα χρήματα. Βεβαίως σε όλες τις ανά τον κόσμο εκθέσεις αμυντικού εξοπλισμού οι τουρκικές αμυντικές βιομηχανίες – όλες τους κρατικές – εμφανίζονται με μεγάλα και εντυπωσιακά περίπτερα.
Με νέα προϊόντα και με οτιδήποτε άλλο εντυπωσιάζει τον επισκέπτη. Όμως για να είναι αποδοτική μια αμυντική βιομηχανία ενός κράτους με το μέγεθος και τις πραγματικές δυνατότητες της Τουρκίας, θα πρέπει να είναι κυρίως εξαγωγική. Πράγμα το οποίο δεν συμβαίνει.
Γιατί μπορεί να πουλά κάποια οπλικά συστήματα στο Πακιστάν ή κάποιες άλλες μουσουλμανικές χώρες, σίγουρα όμως αυτά ούτε είναι πολλά, ούτε έχουν εκτοπίσει τους γνωστούς και μεγάλους πωλητές όπλων. Επομένως ενώ έχουμε μια πολύ εντυπωσιακή βιτρίνα, το υπόλοιπο όμως κατάστημα σαφώς και υστερεί.
Από τα παραπάνω φαίνεται καθαρά ότι η Τουρκία έχει κάποια μέτωπα ανοιχτά στα οποία οπωσδήποτε δεν νικά. Το ερώτημα λοιπόν είναι: Θα επιχειρήσει να ανοίξει ένα ακόμα με την Ελλάδα, που μόνο εύκολος αντίπαλος δεν είναι; Γιατί μπορεί την τελευταία δεκαετία να βρισκόμαστε σε κρίση, όμως στον τομέα της Άμυνας η επίδρασή της είναι σαφέστατα μικρή.
Η λογική απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι οπωσδήποτε αρνητική. Επομένως ο Ερντογάν μπορεί να είναι υπερφίαλος σίγουρα όμως δεν έχει τρελαθεί. Βεβαίως οι αποφάσεις των ανθρώπων κάποιες φορές δε συμβαδίζουν με τη λογική. Γι’ αυτό ακριβώς και η Ελλάδα δεν επιτρέπεται να χαλαρώσει ούτε στο ελάχιστο τις προσπάθειες ενίσχυσης της άμυνας της. Για την ακρίβεια θα πρέπει να τις ενισχύσει προκειμένου να αναπληρώσει αυτά – τα σχετικά λίγα – που έχασε λόγω της οικονομικής κρίσης.
Κι εδώ μπαίνουν κάποια ερωτήματα. Πρώτο, γιατί η Τουρκία συμπεριφέρεται τόσο προκλητικά; Η απάντηση είναι μάλλον απλή: Επειδή φοβάται να δείξει τις αδυναμίες της. Θέλει να το παίξει μεγάλη δύναμη και επιδεικνύεται. Το δεύτερο ερώτημα είναι πολύ πιο κρίσιμο και ουσιαστικό: Επειδή στρατιωτικά δε μπορεί να υποχρεώσει την Ελλάδα να υποχωρήσει στις απαιτήσεις της, με ποια άλλα μέσα θα το πετύχει αυτό; Η απάντηση εδώ είναι μονολεκτική: Μεταναστευτικό!
Στην Τουρκία για πολλούς και διάφορους λόγους που δεν είναι του παρόντος, σωρεύεται μεγάλος αριθμός μεταναστών κυρίως από την Ασία. Φυσικά και δεν θέλει να τους κρατήσει. Έτσι λοιπόν φροντίζει να τους διοχετεύει στις ευρωπαϊκές χώρες με τις οποίες συνορεύει. Επειδή τα χερσαία σύνορα, με Ελλάδα και Βουλγαρία, ελέγχονται σχετικά εύκολα ή οπωσδήποτε ευκολότερα από τα θαλάσσια, φροντίζει και μας στέλνει – όσους θέλει – στα νησιά του Β. Αιγαίου.
Έτσι πιέζει τόσο την Ελλάδα όσο και την ΕΕ, από την οποία και αποσπά σημαντικά ποσά για την δήθεν περίθαλψη των προσφύγων. Και εδώ δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι δουλέμποροι – αυτούς που ευγενικά αποκαλούν διακινητές – σαφέστατα και συνεργάζονται με του τουρκικό κράτος.
Γιατί είναι δυνατόν ο πρόσφυγας από την Συρία ή το Αφγανιστάν ή το Μπαγκλαντές να φτάνει στις ακτές του Αιγαίου, χωρίς να τον πάρει κανένας είδηση σε ένα άγρια αστυνομοκρατούμενο κράτος;
Να σημειώσουμε ακόμα ότι ο ρυθμός των μεταναστευτικών ροών είναι ανάλογος των εντάσεων που θέλει να προκαλεί. Ένα ακόμα στοιχείο που δείχνει την καλά οργανωμένη επιχείρηση είναι και το ότι οι «αποστολές» γίνονται στο Β. Αιγαίο. Έως τη Σάμο. Νοτιότερα, στα Δωδεκάνησα οι ροές είναι σαφέστατα λιγότερες.
Ο λόγος είναι ότι δεν θέλει η Τουρκία να βρίσκονται εκεί πλοία της FRONΤΕΧ ή κάποιας ΝΑΤΟϊκής ναυτικής δύναμης επειδή θεωρεί τα Δωδεκάνησα ως αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη.
Οι πρόσφυγες λοιπόν είναι το μεγάλο όπλο της Τουρκίας με το οποίο ελπίζει να καταβάλει την Ελλάδα αλλά και να έχει σημαντικά οικονομικά οφέλη από την Ευρώπη. Στην Ελλάδα – θέλει να πιστεύει – ότι θα καταφέρει με τα χρόνια να αλλάξει τη σύνθεση του πληθυσμού της και να αυξήσει το ποσοστό των μουσουλμάνων κατοίκων της. Γιατί οι πρόσφυγες σε ένα ποσοστό της τάξης του 90% είναι μουσουλμάνοι και δε μπορούν να απορροφηθούν, ακόμα και αν το ήθελαν όλα τα κράτη, από την ΕΕ.
Έτσι λοιπόν θα έχουμε σοβαρή μουσουλμανική μειονότητα στην Ελλάδα, που βεβαίως θα πρόσκειται ευνοϊκά προς την Τουρκία. Και αυτό δεν είναι καθόλου νέο σχέδιο. Το είχε εκφράσει εδώ και πολλά χρόνια ο αλήστου μνήμης Οζάλ.
Τι πρέπει να κάνουμε εμείς; Πρώτα απ’ όλα να πιέσουμε πολύ πιο δυνατά την ΕΕ σε όλα τα επίπεδα. Τόσο στο οικονομικό όσο και στο επιχειρησιακό. Η FRONTEX έχει πολύ περισσότερη δουλειά να κάνει στο Αιγαίο απ’ ότι αλλού. Δεύτερο οι ελληνικές δημόσιες υπηρεσίες να δραστηριοποιηθούν και να πάψουν να δουλεύουν ως …δημόσιες.
Και δε μιλάμε για τις Ένοπλες Δυνάμεις αυτές από τη φύση τους δε μπορούν να επεμβαίνουν άμεσα. Το Λιμενικό Σώμα ή Ελληνική Ακτοφυλακή όπως αρέσκεται να αυτοαποκαλείται, θα πρέπει να δραστηριοποιηθεί.
Αφενός να αποκτήσει και άλλα πλωτά μέσα – όχι φουσκωτά τύπου RIB – αλλά αυτά που αποκαλούνται «Περιπολικά Ανοιχτής Θάλασσας» που βεβαίως θα εδρεύουν στο Ανατολικό Αιγαίο και όχι στο λιμάνι του Πειραιά. Τέλος να έχουμε υπομονή γιατί ο αγώνας ούτε σύντομος είναι ούτε εύκολος. Κατά τα άλλα ελπίζουμε στα της Νέας Υόρκης. Η ελπίδα άλλωστε πεθαίνει τελευταία…
Το άρθρο δημοσιεύεται στο περιοδικό “ΑΜΥΝΑ & ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ”, Τεύχος Οκτωβρίου 2019, που κυκλοφορεί
Defence-Point
Του Ηλία Νταλούμη
Ξεκινώντας θα πρέπει να πούμε ότι μπορεί το ποσοστό να εξελιχθούν κάποιες αντιπαραθέσεις σε πολεμικές ενέργειες, μεταξύ κρατών που ανήκουν στον πάλαι ποτέ Δυτικό κόσμο, να είναι από ελάχιστο, σίγουρα πάντως δεν είναι μηδενικό. Και μπορεί η Τουρκία τα τελευταία χρόνια να απομακρύνεται από την Δύση, σίγουρα όμως δεν έχει αποκοπεί απ’ αυτή. Μπορεί τα ιδεώδη, της ηγεσίας της τουλάχιστον, να είναι καθαρά ισλαμιστικά, όμως οι οικονομικοί της δεσμοί με τη Δύση είναι ισχυρότατοι και πολύ δύσκολα μπορούν να διαρραγούν.
Και αυτούς ακριβώς τους δεσμούς τους έχει μεγάλη – ζωτική θα λέγαμε – ανάγκη η Τουρκία. Γιατί η Τουρκία έχει μεν τις ίδιες θρησκευτικές πεποιθήσεις με το Ιράν και τους Άραβες, σίγουρα όμως εισοδηματικά δεν έχει καμία σχέση με αυτούς. Έτσι λοιπόν ο Ερντογάν κάνει τη στροφή προς τον τρόπο ζωής των ομοδόξων του και ταυτόχρονα προσπαθεί να βρει πρόσβαση σε αντίστοιχες με αυτούς πλουτοπαραγωγικές πηγές.
Εδώ ακριβώς έχουμε μια από την κορυφαία επιθετική ενέργεια της Τουρκίας, που στέλνει ερευνητικά πλοία και γεωτρύπανα πέριξ της Κύπρου, προκειμένου να βρει πετρέλαιο και φυσικό αέριο, κάτι που θα της δώσει εκτός από χρήμα και τη δυνατότητα να «μπει δυνατά» στο γεωπολιτικό παιχνίδι, τουλάχιστον στην Ανατολική Μεσόγειο. Επί του θέματος η αντίδραση της Κύπρου ήταν άμεση και αποτελεσματική.
Τα εντάλματα σύλληψης που εξέδωσε ή απείλησε ότι θα εκδόσει κατά των μη τουρκικής εθνικότητας εταιρειών και των ατόμων που επέβαιναν στα πλοία, έδρασε καταλυτικά. Όλες και όλοι αποχώρησαν! Και καθώς ο Ερντογάν μπορεί να ξόδεψε πολλά για την αγορά των ειδικών πλοίων, δεν είχε το όμως καθόλου επιστημονικό και γενικά εξειδικευμένο προσωπικό, που απαιτείται για τέτοιες έρευνες, το μόνο που απέμεινε να κάνουν αυτά τα πλοία είναι να κόβουν βόλτες στην περιοχή προφασιζόμενα ότι κάνουν έρευνες και γεωτρήσεις. Βεβαίως εκδίδει και θα συνεχίσει να εκδίδει NAVTEX, η αξία όμως των οποίων είναι πρακτικά ανύπαρκτη.
Θα πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι τουλάχιστον έως τώρα, οι τουρκικές δραστηριότητες γίνονται κυρίως σε περιοχές της κυπριακής ΑΟΖ. Και ο λόγος είναι πολύ απλός. Η Κύπρος δεν διαθέτει τα μέσα δηλαδή πολεμικά πλοία, να παρέμβει σε αυτές. Γιατί – να λέμε και τα λάθη της δικιάς μας πλευράς – η τελευταία περίοδος που η Κύπρος προχώρησε σε σοβαρά εξοπλιστικά προγράμματα ήταν αυτή της προεδρίας του Γιώργου Βασιλείου δηλαδή από το 1988 έως το 1993. Και όπως λέει η παροιμία «όποιος δεν έχει νύχια να ξυστεί…».
Όχι βέβαια ότι πολεμικό πλοίο της Κύπρου θα χτυπούσε τουρκικά. Όσο ισχυρό και να γίνει το Κυπριακό Ναυτικό δε μπορεί να συγκριθεί σε μέγεθος με το Τουρκικό. Όμως σίγουρα η Τουρκία θα σκεφτόταν και δεύτερη φορά οποιαδήποτε ενέργεια σε κυπριακές περιοχές. Τα λάθη όμως της κυπριακής πλευράς δεν περιορίζονται στην ανυπαρξία εξοπλισμών.
Η Κύπρος θα μπορούσε να προχωρήσει σε συμμαχία με το Ισραήλ, τον μεγάλο εχθρό της Τουρκίας στην περιοχή, προκειμένου αυτό να αναλάβει κάποιες μορφές υπεράσπισης των κοινών ενεργειακών τους συμφερόντων. Στο ίδιο ζήτημα πάντως η Κύπρος έχει την υποστήριξη της ΕΕ, με αυτήν της Γαλλίας να είναι πιο ενεργή.
Αυτό συμβαίνει αφενός επειδή τα ενεργειακά κοιτάσματα που υπάρχουν στην κυπριακή ΑΟΖ μαζί με αυτά του Ισραήλ και της Αιγύπτου συμβάλλουν σημαντικά στην ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία και αφετέρου επειδή ευρωπαϊκές κυρίως εταιρίες έχουν εμπλακεί στην ανακάλυψη και εξόρυξη. Επομένως η Τουρκία βρίσκεται σε αντίθεση με την ΕΕ.
Ως προς τις ΗΠΑ, οι πάντες γνωρίζουμε τις διαφορές που υπάρχουν. Κορυφαία αυτή με τους S-400 και τα F-35. Στην Ελλάδα δεν έχουμε συνειδητοποιήσει πόσο σημαντική ήταν η απόφαση των ΗΠΑ να διακόψουν τη συνεργασία σε ένα τέτοιο αμυντικό πρόγραμμα όπως τα F-35.
Μέχρι πριν λίγα χρόνια η Τουρκία ήταν το κακομαθημένο μεν, αγαπημένο δε, παιδί των ΗΠΑ στα ανατολικά σύνορα του ΝΑΤΟ. Η υπερφίαλη όμως συμπεριφορά του Ερντογάν, που πιστεύει στην ανασύσταση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (ξεχνώντας ότι αυτή ακριβώς ήταν ο «Μεγάλος Ασθενής») τους έχει εξοργίσει.
Η μία αιτία είναι η παραγγελία και παραλαβή των S-400. Η οποία, αν ήταν η μοναδική ίσως κάπου «να τα έβρισκαν». Η άλλη όμως είναι πολύ πιο σημαντική και προβλέπεται να έχει μεγάλη διάρκεια. Γιατί είναι αυτή που πονάει την Τουρκία. Το όνομά της: Κουρδικό!
Οι Αμερικανοί ιθύνοντες μετά από αρκετά χρόνια διαπίστωσαν ότι οι μόνοι που κατάφεραν να νικήσουν τους ισλαμιστές στη Μέση Ανατολή, είναι οι Κούρδοι. Τόσο αυτοί του Ιράκ όσο και αυτοί της Συρίας. Ιδιαίτερα στην Β. Συρία η συνεργασία των αμερικανικών δυνάμεων με τους εκεί Κούρδους ήταν άκρως αποτελεσματική. Είναι επομένως απολύτως φυσικό να τους βοηθούν υλικά καθώς οι Κούρδοι νικούν τόσο τους υποστηριζόμενους από τους Ρώσους, στρατιώτες του Άσαντ όσο και τους ισλαμιστές.
Οι συγκρούσεις όμως στη Β. Συρία έχουν ξυπνήσει τα οθωμανικά όνειρα του Ερντογάν, με αποτέλεσμα να έχει εμπλακεί εκεί σημαντικό τμήμα των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων. Το χειρότερο είναι ότι αυτή η εμπλοκή δεν έχει αποφέρει κάποιο θετικό αποτέλεσμα, ενώ κάτι τέτοιο δεν φαίνεται καθόλου πιθανό.
Επιπλέον είναι το κύριο σημείο αντιπαράθεσης τόσο με τις ΗΠΑ όσο και με τη Ρωσία! Ο Ερντογάν από την άλλη φαίνεται να το βρίσκει αυτό απολύτως φυσιολογικό καθώς πιστεύει ότι είναι η αναδυόμενη τοπική μεγάλη δύναμη, την οποία πολεμούν οι άλλες μεγάλες δυνάμεις του κόσμου.
Ένα άλλο σημείο στο οποίο η Τουρκία αντιμετωπίζει σοβαρότατο πρόβλημα είναι στο εσωτερικό των Ενόπλων Δυνάμεων. Η απόπειρα πραξικοπήματος το 2016 είχε ως αποτέλεσμα να αποψιλωθούν αυτές από ένα σημαντικό ποσοστό έμπειρων στελεχών.
Αυτό σημαίνει ότι ο Στρατός το Ναυτικό και η Αεροπορία δεν είναι τόσο αποτελεσματικοί όσο ήταν πριν. Ιδιαίτερα στην Αεροπορία ένα καθόλου αμελητέο ποσοστό έμπειρων χειριστών μαχητικών F-16 οδηγήθηκε στη φυλακή και την αποστρατεία επειδή θεωρήθηκαν οπαδοί του Γκιουλέν.
Τρίτο στοιχείο αλλά σίγουρα όχι τελευταίο, είναι η κατάσταση της τουρκικής οικονομίας. Ενώ πριν 10-15 χρόνια η Τουρκία γνώριζε μια οικονομική άνθηση και ανάπτυξη, από τις υψηλότερες στον κόσμο, τα τελευταία χρόνια η πορεία της είναι εντελώς αντίστροφη. Μία από τις αιτίες είναι και η εξωτερική πολιτική του Ερντογάν.
Επενδύσεις από το εξωτερικό δεν γίνονται, η τουρκική λίρα συνεχώς υποτιμάται, ενώ οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Συρία τραβούν όλο και περισσότερα χρήματα. Βεβαίως σε όλες τις ανά τον κόσμο εκθέσεις αμυντικού εξοπλισμού οι τουρκικές αμυντικές βιομηχανίες – όλες τους κρατικές – εμφανίζονται με μεγάλα και εντυπωσιακά περίπτερα.
Με νέα προϊόντα και με οτιδήποτε άλλο εντυπωσιάζει τον επισκέπτη. Όμως για να είναι αποδοτική μια αμυντική βιομηχανία ενός κράτους με το μέγεθος και τις πραγματικές δυνατότητες της Τουρκίας, θα πρέπει να είναι κυρίως εξαγωγική. Πράγμα το οποίο δεν συμβαίνει.
Γιατί μπορεί να πουλά κάποια οπλικά συστήματα στο Πακιστάν ή κάποιες άλλες μουσουλμανικές χώρες, σίγουρα όμως αυτά ούτε είναι πολλά, ούτε έχουν εκτοπίσει τους γνωστούς και μεγάλους πωλητές όπλων. Επομένως ενώ έχουμε μια πολύ εντυπωσιακή βιτρίνα, το υπόλοιπο όμως κατάστημα σαφώς και υστερεί.
Από τα παραπάνω φαίνεται καθαρά ότι η Τουρκία έχει κάποια μέτωπα ανοιχτά στα οποία οπωσδήποτε δεν νικά. Το ερώτημα λοιπόν είναι: Θα επιχειρήσει να ανοίξει ένα ακόμα με την Ελλάδα, που μόνο εύκολος αντίπαλος δεν είναι; Γιατί μπορεί την τελευταία δεκαετία να βρισκόμαστε σε κρίση, όμως στον τομέα της Άμυνας η επίδρασή της είναι σαφέστατα μικρή.
Η λογική απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι οπωσδήποτε αρνητική. Επομένως ο Ερντογάν μπορεί να είναι υπερφίαλος σίγουρα όμως δεν έχει τρελαθεί. Βεβαίως οι αποφάσεις των ανθρώπων κάποιες φορές δε συμβαδίζουν με τη λογική. Γι’ αυτό ακριβώς και η Ελλάδα δεν επιτρέπεται να χαλαρώσει ούτε στο ελάχιστο τις προσπάθειες ενίσχυσης της άμυνας της. Για την ακρίβεια θα πρέπει να τις ενισχύσει προκειμένου να αναπληρώσει αυτά – τα σχετικά λίγα – που έχασε λόγω της οικονομικής κρίσης.
Κι εδώ μπαίνουν κάποια ερωτήματα. Πρώτο, γιατί η Τουρκία συμπεριφέρεται τόσο προκλητικά; Η απάντηση είναι μάλλον απλή: Επειδή φοβάται να δείξει τις αδυναμίες της. Θέλει να το παίξει μεγάλη δύναμη και επιδεικνύεται. Το δεύτερο ερώτημα είναι πολύ πιο κρίσιμο και ουσιαστικό: Επειδή στρατιωτικά δε μπορεί να υποχρεώσει την Ελλάδα να υποχωρήσει στις απαιτήσεις της, με ποια άλλα μέσα θα το πετύχει αυτό; Η απάντηση εδώ είναι μονολεκτική: Μεταναστευτικό!
Στην Τουρκία για πολλούς και διάφορους λόγους που δεν είναι του παρόντος, σωρεύεται μεγάλος αριθμός μεταναστών κυρίως από την Ασία. Φυσικά και δεν θέλει να τους κρατήσει. Έτσι λοιπόν φροντίζει να τους διοχετεύει στις ευρωπαϊκές χώρες με τις οποίες συνορεύει. Επειδή τα χερσαία σύνορα, με Ελλάδα και Βουλγαρία, ελέγχονται σχετικά εύκολα ή οπωσδήποτε ευκολότερα από τα θαλάσσια, φροντίζει και μας στέλνει – όσους θέλει – στα νησιά του Β. Αιγαίου.
Έτσι πιέζει τόσο την Ελλάδα όσο και την ΕΕ, από την οποία και αποσπά σημαντικά ποσά για την δήθεν περίθαλψη των προσφύγων. Και εδώ δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι δουλέμποροι – αυτούς που ευγενικά αποκαλούν διακινητές – σαφέστατα και συνεργάζονται με του τουρκικό κράτος.
Γιατί είναι δυνατόν ο πρόσφυγας από την Συρία ή το Αφγανιστάν ή το Μπαγκλαντές να φτάνει στις ακτές του Αιγαίου, χωρίς να τον πάρει κανένας είδηση σε ένα άγρια αστυνομοκρατούμενο κράτος;
Να σημειώσουμε ακόμα ότι ο ρυθμός των μεταναστευτικών ροών είναι ανάλογος των εντάσεων που θέλει να προκαλεί. Ένα ακόμα στοιχείο που δείχνει την καλά οργανωμένη επιχείρηση είναι και το ότι οι «αποστολές» γίνονται στο Β. Αιγαίο. Έως τη Σάμο. Νοτιότερα, στα Δωδεκάνησα οι ροές είναι σαφέστατα λιγότερες.
Ο λόγος είναι ότι δεν θέλει η Τουρκία να βρίσκονται εκεί πλοία της FRONΤΕΧ ή κάποιας ΝΑΤΟϊκής ναυτικής δύναμης επειδή θεωρεί τα Δωδεκάνησα ως αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη.
Πρόσφυγες και μετανάστες φτάνουν με βάρκα σε παραλία της Λέσβου, από την Τουρκία, Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 2015. Περίπου 3000 πρόσφυγες και μετανάστες αποβιβάζονται καθημερινά στις ακτές του νησιού, από τις τουρκικές ακτές. Οι περισσότεροι από τους πρόσφυγες θέλουν να συνεχίσουν το ταξίδι τους προς τις χώρες της βόρειας και κεντρικής Ευρώπης
Οι πρόσφυγες λοιπόν είναι το μεγάλο όπλο της Τουρκίας με το οποίο ελπίζει να καταβάλει την Ελλάδα αλλά και να έχει σημαντικά οικονομικά οφέλη από την Ευρώπη. Στην Ελλάδα – θέλει να πιστεύει – ότι θα καταφέρει με τα χρόνια να αλλάξει τη σύνθεση του πληθυσμού της και να αυξήσει το ποσοστό των μουσουλμάνων κατοίκων της. Γιατί οι πρόσφυγες σε ένα ποσοστό της τάξης του 90% είναι μουσουλμάνοι και δε μπορούν να απορροφηθούν, ακόμα και αν το ήθελαν όλα τα κράτη, από την ΕΕ.
Έτσι λοιπόν θα έχουμε σοβαρή μουσουλμανική μειονότητα στην Ελλάδα, που βεβαίως θα πρόσκειται ευνοϊκά προς την Τουρκία. Και αυτό δεν είναι καθόλου νέο σχέδιο. Το είχε εκφράσει εδώ και πολλά χρόνια ο αλήστου μνήμης Οζάλ.
Τι πρέπει να κάνουμε εμείς; Πρώτα απ’ όλα να πιέσουμε πολύ πιο δυνατά την ΕΕ σε όλα τα επίπεδα. Τόσο στο οικονομικό όσο και στο επιχειρησιακό. Η FRONTEX έχει πολύ περισσότερη δουλειά να κάνει στο Αιγαίο απ’ ότι αλλού. Δεύτερο οι ελληνικές δημόσιες υπηρεσίες να δραστηριοποιηθούν και να πάψουν να δουλεύουν ως …δημόσιες.
Και δε μιλάμε για τις Ένοπλες Δυνάμεις αυτές από τη φύση τους δε μπορούν να επεμβαίνουν άμεσα. Το Λιμενικό Σώμα ή Ελληνική Ακτοφυλακή όπως αρέσκεται να αυτοαποκαλείται, θα πρέπει να δραστηριοποιηθεί.
Αφενός να αποκτήσει και άλλα πλωτά μέσα – όχι φουσκωτά τύπου RIB – αλλά αυτά που αποκαλούνται «Περιπολικά Ανοιχτής Θάλασσας» που βεβαίως θα εδρεύουν στο Ανατολικό Αιγαίο και όχι στο λιμάνι του Πειραιά. Τέλος να έχουμε υπομονή γιατί ο αγώνας ούτε σύντομος είναι ούτε εύκολος. Κατά τα άλλα ελπίζουμε στα της Νέας Υόρκης. Η ελπίδα άλλωστε πεθαίνει τελευταία…
Το άρθρο δημοσιεύεται στο περιοδικό “ΑΜΥΝΑ & ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ”, Τεύχος Οκτωβρίου 2019, που κυκλοφορεί
Defence-Point
Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.
Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.