Κ. ΚΑΠΟΣ: Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΟΥ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΟΥ ΞΕΒΛΑΧΕΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΑ

0



ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ

Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΟΥ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΟΥ ΞΕΒΛΑΧΕΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΑ
(από εκείνο το βιβλίο που ποτέ δεν πρόκοψα να εκδώσω)
Ο Κώστας Καραμανλής εξακολουθεί και μου είναι συμπαθής ως άνθρωπος, αλλά θεωρώ τη διακυβέρνησή του ως μία από τις πλέον καταστροφικές της μεταπολιτευτικής περιόδου. Ίσως, κάτω από άλλες συνθήκες να αποχωρούσε κάποια στιγμή έχοντας κερδίσει ευρεία λαϊκή αποδοχή, αλλά ανέλαβε να κρατήσει το τιμόνι της χώρας τη στιγμή που το καράβι έμπαινε σε επικίνδυνα και αχαρτογράφητα νερά, χωρίς να έχει ένα όραμα αλλά ούτε και πραγματική διάθεση να κυβερνήσει.
Από πολύ νωρίς άρχισαν να δημιουργούνται πολλαπλοί πόλοι Εξουσίας, με πολιτικούς που βρίσκονταν στο άμεσο περιβάλλον του, να διαγκωνίζονται για το πιο αποτελεσματικό πόστο, μια και ο «Κωστάκης» δεν έδειχνε διατεθειμένος να επενδύσει πολύ χρόνο στις απαιτήσεις της δουλειάς και η αγάπη του για τις ταβέρνες και το Playstation είχαν γίνει αντικείμενο αστεϊσμού σε όλη τη χώρα.
Η Οικονομία είχε μπει σε μια περίοδο αυτοδύναμης ανάπτυξης και υπέρμετρης αισιοδοξίας, μια και οι συγκυρίες της κατάκτησης του Euro2004 και της πολύ επιτυχημένης διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων είχαν δημιουργήσει την πεποίθηση ότι η Ελλάδα θα έμπαινε «με χίλια» στο Κλάμπ των «Ισχυρών».
Η φορολογία μειώθηκε, οι κάνουλες χρηματοδότησης από τις τράπεζες για κάθε απίθανη ανάγκη του Έλληνα, ήταν ανοιχτές, οι δασμοί επέτρεψαν επιτέλους στον συνταξιούχο να αγοράζει με το εφάπαξ την πολυπόθητη «Μερσεντέ», να φοράει Rolex (έστω κι αν απέφευγαν να το πάνε κοντά σε μπανάνες), να ταξιδεύει, να ξοδεύει και να βάζει υποθήκη για να πάρει σπίτι στα Βόρεια Προάστεια, φεύγοντας επιτέλους από τις «λαϊκές γειτονιές», όπου μεγάλωσε. Ήταν η εποχή που πούλησες το πατρικό σου στη Δραπετσώνα, Θανάση μου, και μετακόμισες στη μαιζονέτα της Ερυθραίας.
Βέβαια, η Αμερικάνικη παροιμία λέει ότι «μπορείς να βγάλεις το παλικάρι απ’ το χωριό, αλλά δεν μπορείς να βγάλεις το χωριό απ’ το παλικάρι», γεγονός που αποδείκνυαν τα τσιφτετέλια στα οποία κατέληγε κάθε κοσμικός γάμος στο γκόλφ της Γλυφάδας ή στο Κτήμα Νάσιουτζικ, για να μην αναφέρω τις Σαββατιάτικες εξόδους σου, καλέ μου φίλε, σε διάφορα «κοσμικά κέντρα» της Εθνικής Οδού.
Η αγορά γέμισε με εταιρείες δημοσίων σχέσεων, μοδάτων εκδόσεων, διαχείρισης κεφαλαίων, διαφήμισης, επενδύσεων, ασφαλιστικών προϊόντων και ένα σωρό άλλων, απροσδιόριστης φύσης δραστηριοτήτων, που τις στελέχωναν περιποιημένοι νεαρούληδες και κοπελίτσες ντυμένες στην τρίχα, με ύφος σαράντα καρδιναλίων και με εταιρική καρτούλα που έφερε τίτλους όπως "Senior Assistant to the VP”, ή “Junior Executive to the CEO”. Νέα παιδιά ήταν, παιδιά-σκυλιά δεν είχαν ακόμα, και είχαν φορτώσει τις πιστωτικές τους, τα στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια και τη γκαρνταρόμπα τους μέχρι τα μπούνια, σίγουροι ότι μπροστά τους ανοιγόταν η λεωφόρος της καταξίωσης και της κονόμας. Χαλάλι τα φράγκα που είχαν ξοδέψει για εκείνο το Bachelor στο παράρτημα του Αγγλικού πανεπιστημίου στα Πετράλωνα! Μέχρι κι εσύ ρε Θανάση, σαν τον «Ακάλυπτο» της τότε τηλεοπτικής σειράς, κυκλοφορούσες σαν «επιχειρηματίας» και είχες γεμίσει τον ντουνιά με μεταθανάτιες επιταγές και φούμαρα για «επενδυτικές ευκαιρίες».
Οι τιμές των ακινήτων, με τόση υπερθέρμανση, είχαν πάρει την ανηφόρα και δεν υπήρχε περίπτωση να βρεις ένα αξιοπρεπές διαμέρισμα στα Βόρεια ή Νότια προάστεια με λιγότερα από 600-700 χιλιάρικα, ενώ οι τιμές των οικοπέδων είχαν ξεπεράσει το ένα εκατομμύριο το στρέμμα, αλλά οι τράπεζες έκαναν χρυσές δουλειές με τα στεγαστικά, που επέτρεψαν σε κάθε συμπολίτη μας να δηλώνει ως διεύθυνση κάποια σικάτη περιοχή.
Οι ζωές των πλουσίων, των επιχειρηματιών κάθε είδους (πρωινού ή νυχτερινού ωραρίου), των καλλιτεχνών, των φωτομοντέλων και των τηλεπερσόνων είχαν γίνει πρότυπα για το μεγαλύτερο μέρος του πλήθους των «ωραίων ανθρώπων» και η υπέρτατη κοινωνική καταξίωση ήταν να εξασφαλίσεις πρώτο τραπέζι στην ετήσια συναυλία του Ρέμου στη Μύκονο. Τα έντυπα του lifestyle που εισήγαγε πριν μια δεκαπενταετία ο Κωστόπουλος και μιμήθηκαν πολλοί άλλοι, αποτελούσαν τα Ιερά Κείμενα του τι πρέπει να κάνει κάποιος για να ανήκει στον κλειστό κύκλο των ωραίων και επιτυχημένων περσόνων της Μυκόνου και της Αράχωβας.
Θυμάμαι ένα άρθρο σε κάποιο από αυτά τα περιοδικά, που ο συντάκτης διαμαρτυρόταν, πώς τολμούσε κάποιος να πηγαίνει στην αριστερή λωρίδα και να του επιβάλλει το όριο της ταχύτητας στην Αττική Οδό, όταν ο ίδιος ήθελε να σπάσει τα κοντέρ με το supercar του. Επίσης θυμάμαι κάποιο ράλι που οργάνωναν κάποιοι πάμπλουτοι γόνοι με τα Καγιέν των 700 ίππων και άλλα υπεραυτοκίνητα των 300 και 500.000 ευρώ, απ’άκρη σε άκρη της Ελλάδας, αδιαφορώντας για τα πρόστιμα που θα έτρωγαν από τους «λιγδοτάμπαρους» τους τροχονόμους.
Το πιο χυδαίο θέαμα, Θανάση μου, το αντίκρισα το 2006 στη Θεσσαλονίκη, όταν μέσα στην Πλατεία Αριστοτέλους, μόλις 100 μ. από το Αστυνομικό Τμήμα, κάποιος «επώνυμος» είχε παρκάρει τη Ferrari του ακριβώς μπροστά από το άγαλμα του Αριστοτέλη, για να πιει καφέ με τα φιλαράκια του.
Με λίγα λόγια, είχαμε γίνει η Κοιλάδα των Μακάρων, με το μαύρο χρήμα να κυκλοφορεί άφθονο, τους νόμους να τους έχουμε γραμμένους εκεί που δεν έπιανε μελάνι και την ανεξέλεγκτη φοροδιαφυγή να έχει γίνει εθνικό σπορ. Όταν δε κάποιοι Ευρωπαίοι πολιτικοί εξέφραζαν την οργή τους γι αυτό το διαρκές πάρτι οικονομικής ασυδοσίας, εμείς χαμογελούσαμε ειρωνικά, πιστεύοντας ότι όλα αυτά ήταν προϊόν φθόνου για το γεγονός ότι εμείς είχαμε καταφέρει να «τη γαζώσουμε» τόσο επιδέξια και μάγκικα, ενώ αυτοί οι φλούφληδες ζούσαν μέσα στη μιζέρια τους και περίμεναν να έρθουν το καλοκαίρι στον τόπο μας για να φάνε μια χωριάτικη και μια πατάτες στα τέσσερα.
Πραγματικά, νοιώθω λύπη για όλα τα παιδιά των 20-τόσων ετών εκείνης της εποχής. Μεγάλωσαν με όνειρο να κάνουν την «αρπαχτή» που θα τα έφτιαχνε, με ελάχιστα κίνητρα για πραγματική ακαδημαϊκή ή επαγγελματική ανέλιξη, με περιφρόνηση στα τεχνικά επαγγέλματα τα οποία τα άφησαν στα χέρια των οικονομικών μεταναστών, κυνηγώντας μια πολύχρωμη φούσκα που ήταν έτοιμη να σκάσει, έχοντας καταχρεωθεί στην πορεία για όλα εκείνα τα καλούδια που πίστευαν ότι θα τους έκαναν ωραίους και στιλάτους ανθρώπους. Μια χαμένη γενιά που είτε δεν κατάφερε τίποτα, είτε έκανε τεράστιες θυσίες και υπέστη πολλές απώλειες πριν καταφέρει να ορθοποδήσει. Όμως, όλα αυτά ήταν ακόμα στο μέλλον και τίποτα δεν δημιουργούσε υποψίες στον μέσο Έλληνα, για το τσουνάμι που ερχόταν.
Αλλά δεν ήταν μόνο οι έχοντες που έκαναν αυτή τη ζωή, φίλε μου Θανάση. Έβλεπες νέους ανθρώπους που αντί να ανοίξουν μια παραγωγική μικρή επιχείρηση που θα προσέθετε υπεραξία στη δουλειά και το προϊόν τους, προτιμούσαν να ανοίγουν κάθε λογής άσχετα, αλλά μοδάτα μαγαζιά στις πιο απίθανες περιοχές, έτσι που οι γειτονιές του Περιστερίου είχαν γεμίσει γκαλερί, τα στενά στο Αιγάλεω είχαν τιγκάρει από διακοσμητές και αερομοντελιστές και τα μοδάτα καφέ άνοιγαν το ένα δίπλα στο άλλο, περιμένοντας να ζήσουν από 100 συνολικά πελάτες, χρεώνοντας τον φραπέ 6 και 8 ευρώ.
Στο μεταξύ, οι Ολυμπιακοί Αγώνες είχαν τελειώσει, τα μεγάλα έργα είχαν ολοκληρωθεί κι όλοι εμείς που είχαμε κάποια σχέση με το κύκλωμα της μελέτης ή της κατασκευής, είχαμε μυριστεί ότι τα πράγματα θα ζορίσουν σύντομα. Ήδη, κάποιες μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες, μην μπορώντας να συντηρήσουν πια τις χιλιάδες των εργαζομένων τους, άρχισαν να κυνηγούν έργα στη Μέση Ανατολή και την Αφρική, κάνοντας αθρόες απολύσεις και περνώντας το μήνυμα στους μέχρι τότε καλοζωϊσμένους μηχανικούς τους των 4-5 χιλιάδων το μήνα, ότι «ή Ντουμπάι, ή γκουντμπάι».
Προσωπικά, το 2005, έπειτα από μια εξουθενωτική τετραετία κατά την οποία έπρεπε να ασχοληθώ με μια πληθώρα πολύ μεγάλων και σημαντικών έργων και το μπόνους εμφραγματάκι που ακολούθησε όλη αυτή την προσπάθεια, αποφάσισα να μειώσω τις δραστηριότητές μου σε πιο ανθρώπινα μέτρα, να αποχωρήσω από τη θέση του Διευθυντή στο μεγαλύτερο και αρχαιότερο Γραφείο Μελετών της χώρας, να μετακομίσω στην πολύ πιο ανθρώπινη Θεσσαλονίκη και να προετοιμαστώ για μια επαγγελματική δραστηριότητα που θα μπορούσε να είναι στο μέτρο του δυνατού επιτυχημένη, μέσα σε μια συρρικνούμενη οικονομία, μια και τα Φαραωνικά σχέδια έμπαιναν στο συρτάρι για άγνωστο χρονικό διάστημα. Αλλά κι εγώ έκανα τα λάθη μου, αγοράζοντας και φτιάχνοντας ένα μοδάτο και υπερεξοπλισμένο γραφείο, ξοδεύοντας ένα σκασμό χρήματα και βλέποντας την αξία του να κατρακυλάει μέσα στα επόμενα χρόνια.
Τα συννεφάκια στον ορίζοντα είχαν πληθύνει και δεν χρύσιζαν πια....


Δημοσίευση: Μαρτίου 10, 2022

0 Σχόλια για την ανάρτηση: "Κ. ΚΑΠΟΣ: Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΟΥ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΟΥ ΞΕΒΛΑΧΕΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΑ"

Όποιος πιστεύει ότι θίγεται από κάποια ανάρτηση ή θέλει να απαντήσει αρκεί ένα απλό mail στο parakato.blog@gmail.com να μας στείλει την άποψή του για δημοσίευση ή επανόρθωση. Οι αναρτήσεις αφορούν αποκλειστικά πρόσωπα και καταστάσεις με δημόσιο χαρακτήρα και δεν αναφέρονται στην προσωπική ζωή κανενός που σεβόμαστε απολύτως. Δεν έχουμε προηγούμενα με κανέναν, δεν κρατάμε επόμενα για κανέναν.

Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.

Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.

 
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ Copyright © 2010 | ΟΡΟΙ ΧΡΗΣΗΣ | ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ | Converted by: Parakato administrator